SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Η ΠΙΣΤΗ | γράφει ο Αρχιμανδρίτης Λουκάς Σταμέλος |

2017-01-29 12:27:33
Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί αδελφοί, παρακολουθούμε το Χριστό να πορεύεται στην περιοχή της Τύρου και της Σιδώνος. Εκεί, μια γυναίκα Χαναναία βγήκε από τα σύνορα της χώρας της και απελπισμένη άρχισε να φωνάζει το Χριστό και να τον παρακαλεί να θεραπεύσει την κόρη της, η οποία ήταν δαιμονισμένη. Ο δε Χριστός την αγνοούσε εσκεμμένα ενώ οι μαθητές, λαμβάνοντας θάρρος από τη συμπεριφορά του Χριστού, του έλεγαν να τη διώξει. Κάποια στιγμή όμως, ο Ιησούς αποφάσισε να της μιλήσει, και της μίλησε, πάλι εσκεμμένα, περιφρονητικά λέγοντάς της ότι δεν ήρθε εδώ για αυτήν αλλά για τα χαμένα πρόβατα του Ισραήλ. Αυτή δεν πτοήθηκε και έπεσε αυτή τη φορά στα πόδια του φωνάζοντας το «Κύριε βοήθησέ με». Συνεχίζει ο Κύριος τη δοκιμασία και της λέει ότι δεν είναι σωστό να πάρει το ψωμί, δηλαδή τη χάρη Του, και να μη τη δώσει στα παιδιά, δηλαδή στους Ισραηλίτες, αλλά να την πετάξει στα σκυλιά, δηλαδή στους αλλόθρησκους. Πλην όμως, η πίστη της γυναίκας ήταν τόσο επίμονη που του απάντησε πως «Δεν πειράζει, ακόμα κι αυτά τα σκυλιά τρώνε τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των αφεντικών τους», θέλοντας έτσι να πει πως κάτι θα περισσέψει και για μένα κι ας είμαι σκυλί, κάτι θα στάξει από την πλούσια δωρεά σου. Εδώ, δηλαδή, περισσεύουν ψίχουλα για τα σκυλιά, δε θα περισσέψει λίγη χάρις για μια αμαρτωλή; Δεν άντεξε τότε η φιλεύσπλαχνη και αγαπώσα ψυχή του Κυρίου και της είπε «Ω γυναίκα, πόσο μεγάλη είναι η πίστη σου, ας γίνει όπως πιστεύεις και επιθυμείς» και όντως εκείνη τη στιγμή απελευθερώθηκε η κόρη της από το δαιμόνιο. Πολλές φορές πιστεύουμε ότι ένα θαύμα θα φέρει την πίστη, πολλές φορές πάλι νομίζουμε ότι επειδή θεωρούμε πως δεν αμαρτάνουμε ή επειδή πηγαίνουμε στην Εκκλησία αξίζουμε ένα θαύμα. Πολλές φορές, ακόμα, απαιτούμε ένα θαύμα από το Χριστό, την Παναγία ή έναν Άγιο κι ας ξέρουμε ότι δεν είμαστε έτοιμοι ή άξιοι να το λάβουμε. Εδώ όμως σήμερα βλέπουμε κάτι διαφορετικό. Βλέπουμε μια γυναίκα, ειδωλολάτρισσα, αμαρτωλή και ακάθαρτη για τους Ισραηλίτες, στην οποία ήταν απαγορευμένο κανονικά να πλησιάσει το Χριστό (πράγμα που τονίζεται και από τη στάση των μαθητών οι οποίοι του έλεγαν «διώξε την γιατί μας έχει πάρει από πίσω και φωνάζει», δε στάθηκαν δηλαδή καν να δουν τί ήθελε η γυναίκα γιατί ήταν σίγουροι ότι δεν άξιζε καν ο κόπος να ασχοληθούν μαζί της) να παραβλέπει όλες τις τυπικές δυσκολίες και να τρέχει να πέφτει στα πόδια του και με μεγάλη ταπείνωση να του ζητάει τη θεραπεία του παιδιού της. Βλέπουμε, επίσης, το Χριστό, ο οποίος σαν παντογνώστης ήξερε τη διάθεση της γυναίκας αυτής, να τη δοκιμάζει ιδιαίτερα ώστε να παραδειγματιστούν οι παρευρισκόμενοι αλλά και για να μείνει η πίστη της γυναίκας αυτής οδηγός για όλους του χριστιανούς. Ο Κύριος, λοιπόν, αρνείται αρχικά να της δώσει σημασία, στη συνέχεια την εξουθενεί λέγοντάς της ότι δεν αξίζει να ασχοληθεί μαζί της ενώ στο τέλος την αποκάλεσε και σκυλί. Παρ’ όλ’ αυτά η γυναίκα δε χάνει ούτε στιγμή την πίστη της, δοκιμάζεται αλλά δεν κάμπτεται, ταπεινώνεται αλλά δεν επαναστατεί, δεν καταφεύγει σε «γιατί» και σε «αφού», δεν προσπαθεί να δικαιολογηθεί και να επιχειρηματολογήσει. Αντιθέτως τα δέχεται όλα με ταπείνωση και αυτογνωσία, αναγνωρίζει τη θέση της και δέχεται τον εξευτελισμό ενώ μέσα σε όλα αυτά λάμπει η καθαρή και κραταιά πίστη της. Όλα αυτά, έτσι, συγκινούν το Χριστό ο οποίος και θαυμάζει ακριβώς αυτή την πίστη της και της παραχωρεί στο τέλος τον έπαινο και την ποθούμενη λύτρωση από το κράτος του διαβόλου. Αλήθεια έχουμε αυτή την πίστη και την ταπείνωση της γυναίκας αυτής; Έχουμε την υπομονή να ζητάμε από το Χριστό και να περιμένουμε να γίνει το θέλημά του, όποιο και να είναι αυτό, ή αυτό που θέλουμε το θέλουμε εδώ και τώρα «γιατί εγώ….κάνω αυτό, κάνω εκείνο, είμαι καλός, είμαι έτσι, είμαι αλλιώς…»; Έχουμε την κραταιά πίστη ώστε όσες δυσκολίες κι αν μας έρθουν εμείς να λέμε «ας γίνει το θέλημά σου, κύριε ελέησόν με», ή ξεκινάμε τα «γιατί σε μένα, τί φταίω εγώ ή ο τάδε, αφού εγώ έτσι ή αλλιώς»; Έχουμε, επίσης, την ταπείνωση να δεχόμαστε την όποια δοκιμασία από το Θεό ή το συνάνθρωπο, ή ξεσηκωνόμαστε και επαναστατούμε και φωνάζουμε και βρίζουμε θεούς και δαίμονες πάνω στην αγανάκτησή μας; Αδελφοί μου, αναρωτηθήκαμε ποτέ αν είμαστε άξιοι όχι μόνο να ζητάμε από το Θεό αλλά ακόμα και να ζούμε; Αναρωτηθήκαμε ποτέ μήπως γίναμε αιτία να πληγωθεί ή ακόμα και να καταστραφεί κάποιος, ακόμα και με μια κουβέντα μας; Αναρωτηθήκαμε πώς ή για πόσο ακόμα θα μας ανέχεται ο Θεός με τις όποιες αμαρτίες μας; Ας έχουμε λοιπόν πάνω απ’ όλα ταπείνωση, αναγνώριση της θέσης και της κατάστασής μας αλλά και ας έχουμε πίστη στην αγάπη και στην ευσπλαχνία του Θεού. Ξέρει ο Θεός και τί περνάμε και τί ζητάμε και τί μας αξίζει. Αυτό που θέλει από εμάς είναι την άδολη πίστη μας, όχι την ανταποδοτική (θα δώσω πίστη, θα πάρω θαύμα), αλλά την πίστη η οποία θα πηγάζει από την αγάπη μας για Εκείνον αλλά και για το συνάνθρωπό μας. Την πίστη η οποία θα έχει ως ρίζα την ταπείνωση και την αγάπη μας, απ’ αυτές τις δύο αρετές ας φυτρώσει το δέντρο της πίστεώς μας και να είμαστε σίγουροι ότι ο Κύριος θα μας δώσει ό,τι είναι προς το συμφέρον της σωτηρίας μας. Αμήν.