Τα παιδιά στη Σκόπελο θέλουν… παραδοσιακό χορό
2023-07-20 09:13:15Χώρα Σκοπέλου, Παρασκευή 7 Ιουλίου αργά το απόγευμα. Εξακόσιοι χορευτές και χορεύτριες από δεκατέσσερα συγκροτήματα όλης της χώρας και του νησιού, ντυμένοι με παραδοσιακές φορεσιές, συγκεντρώνονται σιγά σιγά στο λιμάνι για την έναρξη του 8ου Φεστιβάλ Παραδοσιακών Χορών «Διαμαντής Παλαιολόγος». Στα λιθόστρωτα στενά σχηματίζεται ένα πολύχρωμο πλήθος. Οι χορευτές, κρατώντας λάβαρα των συλλόγων τους, περνούν ανάμεσα από τους τουρίστες, άλλοι χειροκροτούν αυθόρμητα, κάποιοι κοιτούν εντυπωσιασμένοι, οι περισσότεροι τραβούν φωτογραφίες. Το σκηνικό έχει κάτι σουρεαλιστικό. Δίπλα σε ηλιοκαμένους ξένους με μαγιό και σαγιονάρες, βλέπω πλουμιστές γυναικείες ποδιές και φουστανέλες με τσαρούχια.
Με τη βοήθεια των πενήντα εθελοντών, που τους διακρίνεις από τα πράσινα μπλουζάκια, σχηματίζεται ένας μεγάλος κύκλος στην προβλήτα των πλοίων. Η σύγχρονη ιστορία μας σε μία φωτογραφία. Μικρασιάτες από την Καλαμάτα και τη Θήβα στέκονται περήφανοι πλάι σε Πόντιους της Βόρειας Ελλάδας και Κρητικούς που ζουν στην Αιτωλοακαρνανία. Μεταξύ των ενηλίκων κάθε ηλικίας, διακρίνω και πολλά παιδιά, όπως την εφηβική ομάδα του Λυκείου Ελληνίδων Καβάλας. Η μουσική, από συρτό μέχρι μπάλο, ξεκινάει. Πιασμένοι χέρι χέρι, δίχως τίποτα να τους χωρίζει, ξεδιπλώνουν τον σαλιγκαρωτό κύκλο –που από ψηλά μοιάζει με τη στριφτή σκοπελίτικη τυρόπιτα– και κατευθύνονται προς την κατάλευκη Παναγίτσα του Πύργου, στην άλλη πλευρά του λιμανιού. Φόντο έχουν το βαθύ μπλε της θάλασσας και αρκετά ιστιοπλοϊκά, μπροστά τους τον πολύ κόσμο που χαίρεται όρθιος την παρέλαση και όσους παρατηρούν καθισμένοι στα παραλιακά μαγαζιά.
Το κλίμα ήταν εξόχως πανηγυρικό, δεν θυμάμαι ποια ήταν η τελευταία φορά που είχα δει μαζεμένα τόσα χαμόγελα. Τρεις ημέρες κράτησε τo φεστιβάλ, που διοργάνωσε η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία «Πλέγμα» μαζί με την Περιφέρεια Θεσσαλίας και το οποίο τέλεσε υπό την αιγίδα του Δήμου Σκοπέλου και άλλων φορέων. Εκτός από τις παραστάσεις, που πραγματοποιούνταν κάθε βράδυ στο ανοιχτό δημοτικό θέατρο από διαφορετικούς συλλόγους, περιλάμβανε και ξεναγήσεις στο νησί, ένα σεμινάριο κρητικών χορών και μια ημερίδα για την ντόπια σκοπελίτικη νυφιάτικη φορεσιά. Επίσης, έγιναν διάφορα πάρτι για να γνωριστούν καλύτερα τα συγκροτήματα, ενώ παρουσιάστηκε και μια έκθεση illustration στο Αρχοντικό Βακράτσα με έργα εμπνευσμένα από παραδοσιακές ελληνικές φορεσιές της Ιωάννας Παπάζογλου, της σχεδιάστριας του φετινού λογοτύπου.
Ο αείμνηστος Διαμαντής
Το φεστιβάλ, που έκανε ένα διάλειμμα από το 2020 ως το 2022, άρχισε πειραματικά το 2013 προς τιμήν του σπουδαίου χοροδιδασκάλου και μαθηματικού με καταγωγή από το Παλιό Κλήμα Σκοπέλου, Διαμαντή Παλαιολόγου, ο οποίος πέθανε το 2010 σε ηλικία 62 χρονών. «Θέλαμε να οργανώσουμε μια εκδήλωση για να τον τιμήσουμε και να διατηρήσουμε ζωντανό το έργο του. Όλα μας φαίνονταν πολύ βαρετά μπροστά στο μεγαλείο του, οπότε θεωρήσαμε ότι θα του άξιζε ένα πανελλαδικό φεστιβάλ χορού», θυμάται η Κωνσταντίνα Αγγελέτου, πολιτιστική διαχειρίστρια του φεστιβάλ. Οι γονείς της, μαζί με τον Διαμαντή, τη γυναίκα του Χριστίνα και μια χούφτα άλλους κατοίκους, ίδρυσαν το 1981 τον Πολιτιστικό Σύλλογο Γλώσσας. Είχαν σκοπό να αφυπνίσουν πολιτιστικά τον τότε πουριτανικό και εσωστρεφή οικισμό, ο οποίος παρέμενε απομονωμένος στη βορειοδυτική πλευρά του νησιού.
Η αρχή έγινε τότε με τα Λοΐζια, μουσικές εκδηλώσεις αφιερωμένες στον Μάνο Λοΐζο, ο οποίος είχε μείνει δέκα καλοκαίρια στη Σκόπελο. «Φιλοξενούσαμε καλλιτέχνες στα σπίτια μας, όπως τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, γιατί δεν υπήρχαν ξενοδοχειακές υποδομές. Κουβαλούσαμε καρέκλες, κάναμε τους ταξιθέτες και βοηθούσαμε στην παραγωγή», σημειώνει η Κωνσταντίνα. Στην παιδική της ηλικία δεν καλλιεργήθηκαν μόνο οι αξίες του εθελοντισμού και της προσφοράς στον τόπο, αλλά και η βαθιά αγάπη για τον χορό. Μπροστάρης ήταν ο Διαμαντής. Ο ίδιος έζησε οκτώ χρόνια στο Βανκούβερ, όπου μαζί με τη σύζυγό του και άλλους ομογενείς δημιούργησαν το χορευτικό συγκρότημα ΡΩΜΙΟΣ, με το οποίο έδιναν παραστάσεις σε όλο τον Καναδά. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, μετέφερε και το πάθος του για τον χορό.
Μαζί με τη Χριστίνα και τα υπόλοιπα μέλη του πολιτιστικού συλλόγου, δίδαξαν αφιλοκερδώς χορό σχεδόν για τριάντα συνεχόμενα χρόνια. Στο ξεκίνημά τους αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες, καθώς η πλειονότητα των συγχωριανών τους δεν έβλεπε με καλό μάτι τις προσπάθειές τους. Συνηθισμένοι να ασχολούνται μόνο με τις γεωργικές εργασίες, ήταν άνθρωποι σκληροί που αγωνίζονταν για την επιβίωσή τους στο χωριό της Γλώσσας, το οποίο άργησε πολύ να εξελιχθεί τουριστικά. Η συστηματική και επίμονη ενασχόληση του Διαμαντή και της παρέας του με τον χορό και τη λαογραφία αφενός παρακίνησε τους Γλωσσώτες, αφετέρου «έβγαλε» από τα σεντούκια τις καταχωνιασμένες παραδοσιακές φορεσιές.
Στόφα 200 ετών
Έως και τη δεκαετία του ’80 οι ντόπιοι αδιαφορούσαν για τον θησαυρό που έκρυβαν στα σπίτια τους. Άλλοι τις πουλούσαν για να «πιάσουν» λεφτά, άλλοι τις έκοβαν για να πάρουν το ύφασμα, ορισμένοι τις πετούσαν. Μέσω των χορευτικών παραστάσεων ξεκίνησαν να φορούν τη «στόφα», την παραδοσιακή νυφιάτικη φορεσιά, και να ανακαλύπτουν την ιστορία της. Μια τέτοια φορεσιά, άνω των 200 ετών, είχα την τύχη να κρατήσω και εγώ το πρωί της Κυριακής, στο σπίτι της Χριστίνας Παλαιολόγου, το οποίο βαστάει από το 1938. Η γυναίκα του Διαμαντή, 74 χρονών πλέον, έντυνε νύφη την κόρη της Ναυσικά για τη χορευτική επίδειξη που θα ακολουθούσε αργότερα στο κέντρο της Γλώσσας
Η προετοιμασία κράτησε πάνω από μία ώρα, αφού η φορεσιά αποτελείται από πολλά κομμάτια και ειδικά ο στολισμός του κεφαλιού γίνεται με ένα σωρό εξαρτήματα.
Αυτό που παρακολούθησα σιωπηλός ήταν μια απερίγραπτη ιεροτελεστία. Στην αρχή τη βοήθησε να βάλει το φουρό, για να σχηματιστεί αυτό το χαρακτηριστικό πέπλο, μετά με προσοχή το φούντωμα και το πουκάμισο, ύστερα το βασικό μαύρο μεταξωτό μέρος με το επαναλαμβανόμενο φυτικό μοτίβο προς τα κάτω. Όταν τέλειωσε με το σώμα, ξεκούρασε για λίγο τα χέρια της και συνέχισε με το κεφάλι. Απαιτείται ιδιαίτερη τεχνική και μαεστρία για να περάσεις ένα ένα από το μπουνέ, το μεταξένιο μαύρο δίχτυ που συγκρατεί τα μαλλιά, τα χρυσά τσιτσάκια ώστε να μοιάζουν με στεφάνι. «Η τέχνη της μαντιλίστρας κινδυνεύει να χαθεί, ελάχιστες έχουν απομείνει στο νησί που γνωρίζουν την τεχνική. Θα ήθελα να το έφερνα και ως μάθημα στα σχολεία», μου λέει ο Χρήστος Παλαιολόγος, μεγαλύτερος αδελφός της Ναυσικάς, ο οποίος βαδίζει στον δρόμο που χάραξε ο πατέρας του – με τη διαφορά ότι ο ίδιος είναι φυσικός.
Καθόμαστε στο μπαλκόνι του που έχει θέα στη Σκιάθο και στην Εύβοια. Στη διπλανή καρέκλα η γυναίκα του, Ελισάβετ, με την οποία παντρεύτηκαν με τις παραδοσιακές φορεσιές στο εκκλησάκι του Άη Γιάννη, εκεί όπου γυρίστηκαν σκηνές από την ταινία Mamma Mia! Μιλάει αργά, μου εξηγεί ότι η στόφα ή αλλιώς μόρκο, η οποία ζυγίζει περίπου 25 κιλά, φοριόταν μόνο από τις πλούσιες νύφες. Οι φτωχές οικογένειες ντύνονταν με άλλες φορεσιές, πράσινες και κόκκινες. Αν και η στόφα χρονολογείται περίπου από τον 17ο αιώνα, πήρε την τελική της μορφή προς τα μέσα του 19ου. Τις χρυσές κλωστές, που χρησιμοποιούνταν για το κέντημα της φορεσιάς, και τα μεταξένια υφάσματα τα έφερναν οι ξακουστοί Σκοπελίτες καραβοκύρηδες από τα ταξίδια τους στην Οδησσό.
Το αποτύπωμα στον τόπο
Ρωτάω τον Χρήστο πώς αισθάνεται για το φεστιβάλ, πώς νιώθει που ο ίδιος μαζί με την οικογένειά του, την Κωνσταντίνα Αγγελέτου και τους υπόλοιπους μικρούς ήρωες-συντελεστές διασώζουν την κληρονομιά του πατέρα του. «Είναι σαν να έχουμε ένα γιορτινό μνημόσυνο. Βουρκώνω όταν παρουσιάζω την καταγωγή και τα μέρη της φορεσιάς, χαίρομαι που βλέπω τόσα νέα παιδιά να ασχολούνται με τον χορό», απαντά με λέξεις συμπαγείς. Με τη γυναίκα του έχουν τρεις κόρες, από 6 έως 16 χρονών, οι οποίες «χορεύουν από τα μικράτα τους», όπως αναφέρει η Ελισάβετ. Και αυτή η ειλικρινής αγάπη για τον παραδοσιακό χορό, που γαλουχεί τα παιδιά του νησιού με τις αρχές της συνεργασίας και της φιλοξενίας, είναι ίσως η πιο σημαντική συμβολή του φεστιβάλ.
«Θέλω να χορεύω συνέχεια, προτιμώ το πεντοζάλι και το χασαποσέρβικο. Από μικρή με θυμάμαι να χορεύω, θυμάμαι και τον παππού τον Διαμαντή να μου βάζει κυκλικές σφραγίδες στον καρπό, από αυτές που είχε ως διευθυντής του σχολείου», εξιστορεί χαμογελαστή η 16χρονη Αμαλία, η μεγάλη κόρη, καθισμένη στο γραφείο των εθελοντών στο λιμάνι. Γύρω μας υπήρχαν πολλές βαλίτσες από τους χορευτές των συγκροτημάτων που ετοιμάζονταν για αναχώρηση. Ευχαριστούσαν τους εθελοντές, αγκαλιάζονταν, αντάλλασσαν στοιχεία επικοινωνίας και έδιναν υποσχέσεις για να ανταμώσουν σύντομα. Άγνωστοι άνθρωποι μέχρι πριν από τρεις ημέρες συμπεριφέρονταν λες και γνωρίζονταν από χρόνια. Και αυτή είναι η δεύτερη σπουδαία παρακαταθήκη του φεστιβάλ: σφυρηλατεί ανθρώπινους δεσμούς και χτίζει μια υγιή κοινότητα σε όλη τη χώρα.
Φυσικά, υπάρχει και το οικονομικό αποτύπωμα, όπως και η γενικότερη προβολή της Σκοπέλου. «Το φεστιβάλ συνήθως γινόταν τέλη Αυγούστου, πρώτη φορά το διοργανώνουμε αρχές Ιουλίου. Και οι λόγοι είναι δύο: πρώτον, βρίσκαμε μεγαλύτερη διαθεσιμότητα στα καταλύματα και δεύτερον θέλαμε να ενισχύσουμε την αρχή της τουριστικής σεζόν», αναλύει η Κωνσταντίνα, η οποία με ενημερώνει ότι ο συνολικός τζίρος του φεστιβάλ αποτιμάται γύρω στις 180.000 ευρώ. Γενικότερα, οι διοργανωτές προσφέρουν ένα «πακέτο» συμμετοχής στα χορευτικά συγκροτήματα, το οποίο μεταξύ άλλων περιλαμβάνει διαμονή, μετακινήσεις και διατροφή, εξασφαλίζοντας μεγάλες εκπτώσεις στα ακτοπλοϊκά και στις διανυκτερεύσεις. Τα έσοδα από το συμβολικό εισιτήριο των τεσσάρων ευρώ για τις βραδινές παραστάσεις καλύπτουν οργανωτικές και παραγωγικές ανάγκες, όπως ας πούμε την αγορά επαναχρησιμοποιούμενων ποτηριών για τον περιορισμό των ρύπων.
«Ίσως θα είχε ακόμη μεγαλύτερη αξία το φεστιβάλ να πραγματοποιείται τέλη Ιουνίου, ώστε να εγκαινιάζει τη σεζόν και να δίνει μια ισχυρή ώθηση στους τοπικούς επιχειρηματίες. Αδιαμφισβήτητα συμβάλλει στην προβολή του τόπου, αφού οι επισκέπτες γίνονται πρεσβευτές του νησιού, και υποστηρίζει σημαντικά την πολιτιστική δραστηριότητα που τόσο χρειαζόμαστε», δηλώνει ο δήμαρχος Σταμάτης Περίσσης, ο οποίος με πληροφόρησε ότι σύντομα θα λειτουργήσει ξανά το Λαογραφικό Μουσείο της Γλώσσας, που τώρα ανακατασκευάζεται.
Πράγματι, παρατηρώντας τα χαμόγελα των χορευτών την ώρα του αποχαιρετισμού και τα δεκάδες «ευχαριστώ» στον Χρήστο, που με μια ντουντούκα τούς ξεπροβόδιζε στο λιμάνι, το φεστιβάλ δημιουργεί πρεσβευτές. Όχι μόνο του νησιού. Πρεσβευτές μιας ξεχασμένης ελληνικότητας, στριμωγμένης στο συλλογικό μας ασυνείδητο. Και οι θησαυροί που φυλάσσουν στα σεντούκια τους αδιαμφισβήτητα είναι μέρος του εθνικού μας πλούτου. Εις το επανιδείν
Συντάκτης: Γιάννης Παπαδημητρίου