Η Μάχη της Σκιάθου, 9.10.1823 | Το ιστορικό γεγονός μας θυμίζει η καθηγήτρια κα Κατερίνα Κουρκούμπα - Δελακουβία
2022-10-10 09:27:10
«…Ο Τοπάλ πασάς μετά το Κάστρο, την επομένη, 9 Οκτωβρίου 1823 έπλευσε στο νότιο λιμάνι, με δεκατρία δίκροτα και φρεγάδες, για να διώξει τους Ολύμπιους και να κυριεύσει ολόκληρο το νησί. Ο Μιχαήλ Πετσάβας με τους άνδρες του συνεχίζουν τον αποκλεισμό του Κάστρου. Οι Ολύμπιοι απομάκρυναν τις οικογένειές τους στο Μοναστήρι του Ευαγγελισμού και σε άλλα μέρη κι ετοιμάσθηκαν για ν’ αντισταθούν. Ο Καρατάσος πρότεινε να αποσυρθούν όλοι τους στο Μοναστήρι και από εκεί να αμυνθούν. Αλλά στη γνώμη αυτή εναντιώθηκε ο Περραιβός και άλλοι οπλαρχηγοί που υποστήριξαν ότι δεν έπρεπε ν’ αφήσουν τον Τούρκο ναύαρχο να βγάλει αγήματα στο νησί, γιατί τότε οι Τούρκοι θα πολιορκούσαν το Μοναστήρι και υπήρχε μεγάλος κίνδυνος για τα γυναικόπαιδά τους. Έτσι αποφάσισαν να μείνουν στο λιμάνι.
Ήταν περίπου 400. Ο αρχηγός Γερο Καρατάσος μοίρασε τους πολεμιστές σε διάφορες θέσεις γύρω από το λιμάνι, με επικεφαλής τους άλλους οπλαρχηγούς. Ο Κώττας οχυρώθηκε στην Πούντα, ο Γάτσος στο Μπούρτζι, που τότε ονομαζόταν Ωριόκαστρο. Αυτή ήταν η πιο προχωρημένη και επικίνδυνη θέση. Ο Λιακόπουλος στον Άι Νικόλα, ο Διαμαντής Ολύμπιος στον Άη Γιαννάκη και ο Περραιβός με τον Μπίνο και τον Μήτρο Νικόπουλο πήραν θέση στους Τρεις Ιεράρχες και στους Ανεμόμυλους (σήμερα Λιμανάκια). Ο δε Καρατάσος έπιασε τη Μεγάλη Άμμο και το διπλανό ύψωμα.
Ο Τούρκος ναύαρχος χωρίς να κάνει καμιά πρόταση παράδοσης ή συμφωνίας, άρχισε τον κανονιοβολισμό για να φοβίσει τους Έλληνες, ώστε να τραπούν σε φυγή ή να ζητήσουν συνθήκη. Αφού απέτυχε με τα κανόνια, ετοίμασε έναν μεγάλο αριθμό πλοιαρίων για να κάνει απόβαση στη Μεγάλη Άμμο και τους Ανεμόμυλους. Οι Έλληνες προφυλαγμένοι πίσω από σπίτια, όχθες, χαράδρες, βράχους, βλέποντας τα πλοιάρια να πλησιάζουν στον αιγιαλό, όρμησαν εναντίον τους και με συνεχή πυροβολισμό και πετυχημένα χτυπήματα τους έτρεψαν σε υποχώρηση. Τέσσερις φορές οι Τούρκοι προσπάθησαν να κάνουν απόβαση, αλλά ο σκοπός τους απέτυχε χάρη στη γενναία αντίσταση και τα δυνατά χτυπήματα των Ελλήνων. Στη Μεγάλη Άμμο ο υπαρχηγός του στόλου Ταχήρ πασάς κατόρθωσε να κάμει απόβαση, αλλά πολλοί από τους άνδρες του σκοτώθηκαν και αναγκάσθηκε να γυρίσει πίσω. Τότε ο Τούρκος ναύαρχος, γράφει ο Περραιβός «ιδών ματαιοθείσαν την απόβασιν, παραταχθείς με τα πλοία του άρχισε να κανονιοβολή, κρημνίζων οικοτοίχους, τον ναόν των Τριών Ιεραρχών και προφυλακτήρια των στρατιωτών. Αφού και με τούτο δεν ηδυνήθη ν’ αποσπάση εκείθεν τους Έλληνας, άρας τας αγκύρας εξήλθε του λιμένος». Η ναυμαχία διήρκεσε επτά ώρες.
Και ο Ναθαναήλ Ιωάννου στα "Ευβοϊκά" του γράφει ότι «πάντες οἱ εἰρημένοι ὁπλαρχηγοὶ ἠμύνοντο γενναίως καί καρτερῶς, καρτερικώτερος δέ τῶν ἄλλων έδείχθη ὁ Γάτσος. Οἱ δε Τοῦρκοι κατέλαβον τὸ παρὰ τὸ στόμιον τοῦ λιμένος νησύδριον, ἐπικαλούμενον Δασκαλιό, ἐφ’ οὗ ἐπέβησαν καί ἐπολέμουν ἐκεῖθεν άμφοτέρους, τὸν δὲ Γάτσον καὶ τὸν Κώτταν. Αλλὰ καὶ τὰ ἠγκυροβολημένα πλοῖα ἤρξαντο ταυτοχρόνως σφοδρὸν κανονιοβολισμὸν άπό τῆς 10 π.μ. καὶ μέχρι τῆς ἑσπέρας ἠγωνίζοντο ἀμφοτέρωθεν βάρβαροί τε καὶ Ἕλληνες πεισματωδῶς. Καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῆς ξηρᾶς εἰς τὴν Φτελιὰν ἤ Μεγάλην Ἄμμον (ἕως τετρακοσίους ἀριθμοῦσιν οἱ Σκιάθιοι) ἀπέβησαν βάρβαροι, ἀλλ’ εἰς μάτην· ἐφονεύθησαν πάντες, καὶ εἷς μόνον Ἄραψ κολυμβῶν ἐσώθη εἰς τά πλοῖα. Ἀλλά καί εἷς Ἕλλην ἐφονεύθη ὑπὸ Τούρκου πληγωμένου. Ὁ Τοῦρκος οὗτος ἐπληγώθη ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου Κούκια, Σκιαθίου, ὅστις ὥρμησε μὲ τὸ ξίφος του, ἵνα καὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἀφαρπάση˙ δυστυχῶς ὅμως ὁ Τοῦρκος ἔχων τὰς δυνάμεις του τὸν ἐπυροβόλησε διὰ τοῦ πιστολίου καὶ τὸν ἀφῆκε χαμαὶ ἄπνουν».
Στη ναυμαχία της Σκιάθου σκοτώθηκαν, σύμφωνα με πηγές 400 Τούρκοι και 5 Έλληνες. Ο Χριστόφορος Περραιβός γράφει ότι από τη μεριά των Τούρκων σκοτώθηκαν 17 που βγήκαν στη στεριά και οι άλλοι που σκοτώθηκαν πλέοντας προς τα πλοία, δεν ήταν δυνατό να μετρηθούν. Στη ναυμαχία πήραν μέρος και οι Σκιαθίτες αγωνιστές: Γιαλής Γεωργίου, Γεώργιος Αιγιαλείδης, καπετάν Θωμάς Γεωργίου, Δημήτριος Αργυρίου, Πέτρος Βούλγαρης, Τάσος Ζαχαρίου, Απόστολος Καραγκούνης, Στέργιος Τζόπουλος, Αθανάσιος Κ. Τρακόσας, Θεόδωρος Κ. Τρακόσας, Ιωάννης Κούκιας και άλλοι.
Μετά από δύο μέρες κι ενώ ο τουρκικός στόλος συνέχισε να περιπλέει στα ανοιχτά της Σκιάθου, εμφανίστηκε ο ελληνικός στόλος με 14 πολεμικά πλοία και δύο πυρπολικά, με ναύαρχο τον Ανδρέα Μιαούλη. Επακολούθησε ναυμαχία και ο τουρκικός στόλος τράπηκε σε φυγή στον Παγασητικό. Τα ελληνικά πλοία κατέπλευσαν στη Σκιάθο και ετοίμαζαν πυρπολικά για να εισπλεύσουν στον Παγασητικό και να κάψουν τον τουρκικό στόλο. Αυτός όμως πρόλαβε και διέφυγε νύχτα στον Ελλήσποντο.
Ο ελληνικός στόλος παρέπλευσε στο Κάστρο, έδιωξε τον Τούρκο διοικητή και τοποθέτησε δύο προσωρινούς διοικητές. Οι Έλληνες ναύαρχοι κάλεσαν τους προκρίτους της Σκιάθου σε απολογία για την παράδοση του Κάστρου στους Τούρκους. Οι πρόκριτοι περιέγραψαν όσα υφίσταντο από τους Ολύμπιους και οι ναύαρχοι «διπλωματικώτατα πράττοντες», στοχεύοντας στη συμφιλίωση, τους συγχώρεσαν. Οι όμηροι, που είχε πάρει ο Τοπάλ πασάς, απελευθερώθηκαν κι επέστρεψαν από την Κωνσταντινούπολη, όπου είχαν μεταφερθεί. Ο Μιαούλης είχε δώσει γι’ αυτό στους Τούρκους πλούσια δώρα.
Καθώς ο ελληνικός στόλος κατέπλεε προς Ωρεούς, είδαν να βγαίνουν από τον Μαλιακό εννιά πολεμικά πλοία του Λομπούτ πασά, που μετέφεραν στη Θεσσαλονίκη αιχμάλωτα γυναικόπαιδα της Εύβοιας. Κι ενώ ο Μιαούλης διέταξε να κινηθούν αμέσως εναντίον τους, τα τουρκικά πλοία, άμα είδαν τις πρώρες των ελληνικών πλοίων στραμμένες εναντίον τους, έστρεψαν τις δικές τους πίσω στη στεριά. Πέντε πρόλαβαν και μπήκαν στο λιμάνι της Στυλίδας. Τέσσερα, τα μεγαλύτερα, κυριεύτηκαν από τους Έλληνες, που συνέλαβαν 80 αιχμαλώτους κι απελευθέρωσαν 157 γυναικόπαιδα. Στις ναυμαχίες μετείχαν και ναυτικοί από τις Σποράδες. »
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ