SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Ο Παν. Σοφικίτης από τη Σκόπελο ζωντανεύει θρυλικά σκαριά των ελληνικών θαλασσών

2017-08-16 09:18:58
  Ο Παναγιώτης Σοφικίτης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σκόπελο. Από μικρό παιδί έμαθε να αγαπάει τη θάλασσα. Και πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά… Υπήρξε ο μικρότερος από εννιά παιδιά, εκ των οποίων οι πέντε αδελφοί του δούλεψαν ναυτικοί σε όλη τη ζωή τους. Όμως, εκείνος διάλεξε ένα επάγγελμα της στεριάς. Σπούδασε φιλόλογος, μία επιλογή που τον οδήγησε στην Καλαμάτα, όπου μένει μόνιμα από το 1972. Εκεί, σ’ ένα μικρό δωμάτιο του σπιτιού του έστησε το εργαστήριό του και από το 1993 κατασκευάζει ομοιώματα πλοίων υπό κλίμακα τηρώντας αυστηρά τους κανόνες της ναυπηγικής τέχνης. Οι χειροποίητες δημιουργίες τού συνταξιούχου, πλέον, καθηγητή από τον περασμένο Ιούνιο εκτίθενται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, στο πλαίσιο της περιοδικής έκθεσης που διοργάνωσε και φέρει τον τίτλο «Σαν καλοτάξιδο σκαρί». Τα παιδικά βιώματα του 72χρονου Σκοπελίτη από την εποχή που ακολουθούσε τον πατέρα του, Σπύρο, στους ταρσανάδες του αιγαιοπελαγίτικου νησιού, τον έστρεψαν στη μικροναυπηγική τέχνη, ενώ ο ίδιος με τα σκαριά που φτιάχνει με περίσσιο μεράκι μοιάζει να… κλείνει τη θάλασσα μες στην ψυχή του.
Ένα από έργα του Παναγιώτη Σοφικίτη, που συμπεριέλαβε στην περιοδική έκθεση «Σαν καλοτάξιδο σκαρί» και παρουσιάζει αυτή την περίοδο στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, η οποία στεγάζεται μόνιμα στο Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής
Ο κ. Σοφικίτης υπήρξε ο πρώτος στην οικογένεια, ο οποίος ακολούθησε ένα επάγγελμα μακριά από τη θάλασσα: «Η οικογένειά μας θεωρείται ναυτική από πάππου προς πάππου και από μάνα και από πατέρα. Ο παππούς μου είχε μετακομίσει από το Σοφικό Κορινθίας στο Κρανίδι της Αργολίδας. Κι έτσι έμεινε το επώνυμο στην οικογένεια. Στη συνέχεια ο παππούς μου βρέθηκε σαν ψαράς από το Κρανίδι στη Σκόπελο, όπου στέριωσε για μία ζωή. Η αλήθεια είναι ότι υπήρξα ο πρώτος στεριανός στο σόι. Ήταν και απαίτηση του πατέρα μου, αλλά είχα πάρει κι εγώ την ίδια απόφαση. Δεν ήθελα να βγω στη θάλασσα. Δεν μου άρεσαν τα μεγάλα ταξίδια. Έτσι το 1963 έδωσα εξετάσεις για φιλολογία και πέρασα εκεί. Μου άρεσε και η Νομική, αλλά εκείνη την εποχή ήταν πολύ δύσκολο για τις φτωχές οικογένειες να ονειρευθούν δικηγορικά γραφεία. Εννοείται ότι αγαπώ τη θάλασσα. Στο σπίτι ζούσα ανάμεσα σε πολλούς ναυτικούς. Έβλεπα το ζόρι να έχεις οικογένεια και παιδιά και να απουσιάζεις από το νησί ενάμισι-δύο χρόνια. Ο πατέρας μου συνηγορούσε, τα αδέρφια μου συμφώνησαν και όλοι βοήθησαν να σπουδάσω.
Ο 72χρονος Σκοπελίτης μέσα στο εργαστήριό του στην Καλαμάτα
Ήμασταν εννιά αδέρφια. Εγώ ήμουν ο τελευταίος. Έξι αγόρια και τρία κορίτσια. Τώρα μείναμε τρία αδελφοί. Όλοι οι υπόλοιποι ασχολήθηκαν με ναυτικά επαγγέλματα. Ο ένας αδερφός μου, ο Μανώλης, 90 ετών τώρα, μόλις τελείωσε με τα καράβια, γύρισε στο μεράκι του. Αγόρασε ένα αλιευτικό και μέχρι πριν από δύο χρόνια πήγαινε και ψάρευε. Κι εγώ βέβαια μέχρι πέρυσι είχα τη βαρκούλα μου κι έβγαινα για ψάρεμα». Το 1972 βρέθηκε για πρώτη φορά στη Μεσσηνία. Πρωτοδιορίστηκε στο χωριό Αριστομένης, ενώ μετά από τρία χρόνια μετατέθηκε σε σχολείο της Καλαμάτας, όπου και συνταξιοδοτήθηκε το 2000 έπειτα από 27,5 χρόνια υπηρεσίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στο σπιτικό που δημιούργησε, βρήκε τον χώρο όπου έστησε τον… ταρσανά του, με τον κ. Σοφικίτη να εξομολογείται χαμογελώντας: «Είναι ένα δωμάτιο, πολύ… μεγάλο, σχεδόν 2×1,8 μέτρα. Μία μινιατούρα ναυπηγείου γεμάτη εργαλεία μέσα, μέχρι που κρέμονται και από το ταβάνι. Κυριολεκτώ. Έφτιαξα πλέγμα μεταλλικό, το κρέμασα στην οροφή και βάζω πράγματα. Το δωμάτιο ενός από τα παιδιά μου, το μετέτρεψα σε καρνάγιο». Ο νησιώτης μικροναυπηγός μίλησε επίσης για τη συμβολή του πατέρα του στον δρόμο που ακολούθησε: «Από εκείνον κληροδότησα την αγάπη μου για τη θάλασσα και τη ναυπηγική. Θα μπορούσε να έχει γίνει ναυπηγός και όχι ψαράς. Ήθελε κάθε μέρα να πηγαίνει στον ταρσανά του μαστρο-Μανώλη Τζουβελέκη. Του έκανε και προτάσεις. Είχε απίστευτη έφεση στη ναυπηγική. Θα σας διηγηθώ το εξής περιστατικό: Τα καΐκια παλιά είχαν το ίδιο ύψος στην πλώρη και την πρύμνη. Όταν μπήκαν οι μηχανές, έπρεπε να βυθίζεται η πρύμνη, ώστε να μην ξενερίζει η προπέλα από τον κυματισμό, γιατί αλλιώς κινδύνευε να κοπεί ο άξονάς της. Ο πατέρας μου λοιπόν εισηγήθηκε στον Μανώλη Τζουβελέκη, πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, να λοξεύσει την καρίνα προς τα κάτω, ώστε η πρύμνη να έχει μεγαλύτερο βύθισμα και να πηγαίνει πιο βαθιά η προπέλα. Αυτή ήταν εφεύρεση του πατέρα μου κι όταν προπολεμικά ο μαστρο-Μανώλης πήγε στο Γαλαξίδι, ως ναυπηγός, μετέφερε αυτή την τεχνική. Όπως επίσης θυμάμαι που έρχονταν ψαράδες από το Τρίκερι μέχρι την Κάρυστο, και τους έκοβε τα πανιά στην πλατεία της εκκλησίας που ήταν το σπίτι μας, στους Τρεις Ιεράρχες. Ήξερε να κόβει πανί. Σακολέβα, ψάθα, λατίνι, αυτά που χρειάζονταν για τα ψαροκάικα. Μετά τα έραβαν εκείνοι. Τέτοιος άνθρωπος ήταν ο πατέρας μου. Με πήγαινε συχνά στο καρνάγιο του μαστρο-Μανώλη. Εκεί σχεδίαζε τη σάλα και μου έλεγε: «Έλα να δεις πώς γίνεται». Όταν πρωτοξεκίνησα να κατασκευάζω, βρισκόμουν μπροστά σε πολλά ερωτηματικά. Τις πιο πολλές φορές ανακαλούσα στη μνήμη μου εικόνες από τον ταρσανά εκείνον που έκλεισε τελικά το 1972». Πριν από 40 χρόνια άρχισε να μελετά συστηματικά για τα σκαριά που φτιάχνει, αν και μέχρι να καταπιαστεί με την κατασκευή τους πέρασε πολύς καιρός: «Άρχισα να διαβάζω το 1977, αλλά μόλις το 1993 τόλμησα να κατασκευάσω το πρώτο. Ένα τρεχαντήρι αλιευτικό που το χάρισα στον καπετάνιο αδερφό μου. Ένιωθα την ανάγκη να μελετήσω όσο γίνεται καλύτερα, δεν ήθελα το αποτέλεσμα να παρουσιάζει ελαττώματα. Θα μπορούσα να έχω ξεκινήσει και πέντε χρόνια νωρίτερα, αλλά τότε ένιωσα έτοιμος. Έχω φτιάξει καμιά 35αριά πλοία περίπου. Έχω δώσει και σε φίλους και σε μουσεία. Κάθε φορά που τελειώνω ένα σκαρί, νιώθω την ψυχή μου πιο πλούσια. Όπως πριν από τέσσερα χρόνια που βρήκα ένα σκάφος που αποτελούσε τον στόλο του ΒΔ Αιγαίου. Δηλαδή του Βόλου, του Τρικερίου και της Σκοπέλου. Το λεγόμενο κιρλαγκίτσι. Η λέξη έχει τουρκική προέλευση, από το kırlangıc που μεταφράζεται χελιδόνι. Ήταν τύπος ιστιοφόρου φορτηγού. Στο νότιο Αιγαίο και το Ιόνιο δεν υπήρχε τέτοιο σκάφος. Σήμερα δεν διασώθηκε κάποιο, ούτε για δείγμα. Μόλις το ανακάλυψα μετά κατέφυγα σε νηογνώμονες και βρήκα επιπλέον στοιχεία. Έμοιαζε με το σεμπέκ μύστικο κι έτσι μπόρεσα να το αναπαραστήσω». Ανεξάντλητο το πάθος του κ. Σοφικίτη να δίνει σάρκα και οστά σε ξακουστά πλοία των ελληνικών θαλασσών, αλλά απώτερος σκοπός του είναι η δημιουργία ενός Ναυτικού Μουσείου: «Ο Δήμος Καλαμάτας έδειξε πρόθεση να υλοποιηθεί αυτό το όνειρο. Και το ψάχνει, αναζητά ένα κτίριο. Έχω να προσφέρω κάτι και μάλιστα δωρεάν. Είναι μία δουλειά 40 ετών και την δίνω με την καρδιά μου. Όποιος νομίζει ότι αξίζει τον κόπο μπορεί να έρθει και να με βρει». του Χριστόφορου Σεμέργελη