SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Κάτω απ’ τη Σκιά του Άθω | της Δέσποινας Δήμου

2017-08-06 10:50:27
    Τώρα που το διάβασμα 500 και πλέον σελίδων ολοκληρώθηκε γράφω ‘έτσι, δίχως πρόγραμμα’, φέροντας μέσα μου ακόμη πολύ έντονη την σκιαθίτικη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, τις μεγάλες ανατροπές, τον πόνο τής,  κατ’ εμέ, άδικης απώλειας, το αριστοτεχνικό σκάλισμα στον τόπο και τον χρόνο, το συμπλήρωμα ψηφίδα-την-ψηφίδα πορτραίτων και καταστάσεων, το ‘παιχνίδι’ με τον χρόνο, το κυνήγι της ζωής – αμφίσημο, ασφαλώς… Φωτογράφος ο κεντρικός ήρωας, σπουδαίος: τα κλικ που αιχμαλωτίζει είναι όλα μοναδικά και πολύτιμα φτιάχνοντας έτσι μια σύνθεση εντυπωσιακή, μια τοιχογραφία ανθρώπινη, γεμάτη τόσο όσο χρειάζεται… ο φακός πότε εστιάζει και πότε ανοίγει για να χωρέσει όσο πιο πολλά γίνεται – και όλα, αν είναι δυνατόν… τα δε σχόλια που συνθέτει ο Βίκτωρας Κυριακόπουλος για τις φωτογραφίες ‘του’ βαθυστόχαστα, πολύ φιλοσοφημένα, όχι αμέσως εύληπτα – λαμπερά διαμαντάκια που θέλουν τον χρόνο τους, σου βάζουν άσκηση κατανόησης… εξίσου σπουδαία, όμως, και η συγγραφέας: οι λέξεις που χρησιμοποιεί είναι συνήθως ‘αθώες’, όχι όμως ο τρόπος που τις αφήνει να παίζουν με τον χρόνο κάνοντάς σε συνένοχο παρατηρητή ή συμπαίκτη π.χ. ο τρόπος που εξυφαίνεται η εμφάνιση της Κατερίνας είναι αριστουργηματικός – προσωπικά, όταν, επιτέλους, αντιλήφθηκα την εξέλιξη της ηρωίδας, ταρακουνήθηκα, με κατέλαβε εξ απίνης, χρειάστηκε να σταματήσω την ανάγνωση για να μου δώσω χρόνο… ο τρόπος που η συγγραφέας χειρίζεται το ‘δραματικό απρόοπτο’, ο τρόπος που η ζωή παρελαύνει στην αφήγηση, δίχως επιτήδευση… οι συνειδητές, ή μη, παπαδιαμαντικές αναφορές… η πινελιά του ‘θείου- μεταφυσικού’ μικρή αλλά καλά ενσωματωμένη… ο ρεαλισμός της αληθοφάνειας – κανένα στοιχείο υπερβολής πουθενά… όλα, ευτυχώς, μακριά από την επαναλαμβανόμενη συνταγή των για προφανείς λόγους ευπώλητων best-sellers… Οι περιγραφές των χώρων διαφημίζουν το πανέμορφο, έτσι κι αλλοιώς, νησί της Σκιάθου, σε κάνουν να νοιώθεις τουρίστας ή και ντόπιος εκεί π.χ. η ατμόσφαιρα στο καφενείο ή η βόλτα στη συνήθως πολύβουη οδό Παπαδιαμάντη ή τις πάμπολλες ομορφιές του νησιού, όμως δεν ξεφεύγουν στην υπερβολή - το νοιώθεις το μέτρο, την ισορροπία, λειτουργούν συμπληρωματικά, δεν γίνεται τουριστικό φυλλάδιο, είναι αναπόσπαστο σκηνικό, μέρος της πλοκής… η δε εξαιρετική εμβάθυνση στους χαρακτήρες εντυπωσιάζει: κάθε πρόσωπο έχει τη θέση του, την ευθύνη του, την αξία του, το ειδικό βάρος του – τα αγάπησε πολύ όλα η συγγραφέας, τα κατάλαβε, τα συμπόνεσε, μπήκε στη θέση τους, κανένα δεν αδίκησε… γι αυτό κι άφησε τον αναγνώστη να πάρει θέση, να κρίνει, να δικάσει ή να δικαιολογήσει… Αν και γυναίκα, ταυτίστηκα νοητικά με τον Βίκτωρα – η αγάπη του για την προσωπική ελευθερία, η ακεραιότητά του, η ικανότητα να ζυγίζει ακριβοδίκαια και να παραμένει αντικειμενικός παρατηρητής, να μην αφήνεται να παρασυρθεί από τα ‘μικρά’ και τιποτένια, να διατίθεται να πληρώνει αγόγγυστα το όποιο κόστος, με ‘βρήκαν’, μ’ εντυπωσίασαν… Η καρδιά μου, όμως, ανήκει στον Δημήτρη Αγγελή – λίγες φορές θυμάμαι, στα τόσα διαβάσματα, νάχω τόσο ολοκληρωτικά αφοσιωθεί σ’ έναν ήρωα, να νοιάζομαι τόσο πολύ για το τι θ’ απογίνει… ίσως παλιά, στα βιβλία του Ντίκενς, τότε όμως υπήρχε η εξήγηση του νεαρού της ηλικίας μου… τώρα που οι εγγραφές πάνω μου είναι πολλές και αλλοιώτικες, ομολογώ πως η βαθειά και σταθερή συναισθηματική συμπόρευση με τον Δημήτρη με εξουθένωσε, η δε τελική επιλογή του με συνέτριψε, με κουρέλιασε – τον θρήνησα κι ακόμη παλεύω να την αποδεχθώ, αρνούμενη τέτοια απώλεια ενός ιππότη από άλλους καιρούς, μακρινούς… κι έχω ενοχές, σαν να μην τον προστάτεψα όπως του έπρεπε, σαν να του χρωστάω κάτι που έπρεπε να ‘χω κάνει… Ναι, ξέρω, αυτή ήταν δουλειά της μάνας – μα πώς θα μπορούσε η έρμη… κι εκεί κέντησε η συγγραφέας: ο τρόπος που περιγράφεται η σχέση τους – κι από λίγο, εκεί στην άκρη και η παρουσία της κόρης/ αδελφής, είναι συγκλονιστικός, σχεδόν απτός, σαν να παρευρίσκεται ο αναγνώστης στην κάθε σκηνή! Κάθε λέξη τους, κάθε παύση – ιδίως αυτές, πόσο θορυβώδεις, κάθε ματιά, όλα καταλεπτώς καταγεγραμμένα, όλα εκεί, και τα εν ενεργεία και τα εν δυνάμει… η σχέση τους με συνεπήρε πιότερο από κείνην της κυρα – Γραμματικής με τον δικό της γιο… κι όσο το σκέφτομαι, χρειάζεται πολλή, πάρα πολλή μαστοριά να κερδίζει ο ζωντανός τον πεθαμένο – η συγγραφέας δεν καταδέχτηκε τα εύκολα! Όπως δεν ήταν καθόλου μα καθόλου εύκολο να φτιαχτεί το πορτραίτο της κυρα – Γραμματικής – με τυραννά ακόμη η εικόνα της εκεί στην αυλή ή στην κουζίνα, φοβάμαι τη ματιά της, τρέμω τον λόγο της… φεύγω και την φέρω μαζί μου… Όπως χρειάζεται μαστοριά στη γραφή, να νοιώθεις πως πλησιάζει το κακό, να το αφουγκράζεσαι και να μην μπορείς να το ορίσεις γιατί είναι στην ανθρώπινη φύση ν΄αφήνεται να την παραπλανά η πολλή χαρά, οι ήχοι από τα κρυστάλλινα ποτήρια και τους χορούς και τα τραγούδια, η μέθη της επίτευξης προσωπικών στόχων, η προσδοκία, η ελπίδα… Πόσο μα πόσο συμπόνεσα τον αστυνομικό που εντάλθηκε να ενημερώσει τη μάνα! Περπατούσα μαζί του, μύριζα τον ιδρώτα του, καρδιοχτυπούσα έντονα σ’ όλη εκείνη την ατελείωτη διαδρομή των μερικών μέτρων μέχρι το σπίτι ελπίζοντας για το ‘απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτον’… ένοιωθα να μας ακολουθεί φορητή κάμερα καταγράφοντας καρέ- καρέ την ατελείωτη σκηνή – δίχως ελπίδα για cut! Άφησα για το τέλος τις νέες ή λιγότερο νέες ηρωίδες… όλες οι γενιές παρούσες, αντάμα ή απέναντι, μαζί ή εναντίον, και μαζί όλη η πολυπλοκότητα της γυναικείας φύσης… και πάλι η συγγραφέας δεν χαρίστηκε σε καμμιά τους – εύκολο θα ‘ταν! Επέλεξε να παραμείνει αντικειμενική καταγραφέας της κάθε ψυχοσύνθεσης, έχοντας πλήρη συναίσθηση πως η θεώρηση του δικαίου, τελικά, είναι μάλλον προσωπική υπόθεση , αποδεχόμενη το ‘μηδενί δίκην δικάσεις πριν αμφοίν μύθον ακούσεις’… και πάλι, όμως, δεν βγάζει ετυμηγορία, δεν επηρεάζει τον αναγνώστη, δεν καταδέχεται συναισθηματικές ευκολίες και χειριστικές κινήσεις υπέρ ή κατά… Άξια σχολιασμού είναι και η θυμοσοφία της γραφής άριστα ενσωματωμένη στο κείμενο, δεν ξεφυτρώνει σαν ατάκα εντυπωσιασμού… είναι σκέψεις που γεννούν γόνιμο διαλογισμό στους σκεπτόμενους κ προβληματισμένους… Όλα πλούσια σε τούτο το βιβλίο: και τα συναισθήματα και τα αισθήματα και οι τόποι… και ταυτόχρονα τόσο εναρμονισμένα μεταξύ τους, τόσο έντονη η αίσθηση του μέτρου – η συγγραφέας καταγράφει τα δρώμενα, σχεδόν από καθέδρας, με την μεγάλη έννοια να εξισορροπούνται οι καταστάσεις, μην και αδικήσει ή ευνοήσει κάποιον ήρωα, μην και χαθεί το μέτρο… αν συμβεί, όταν συμβεί, ας πάρει ο ήρωας την ευθύνη… τι λεπτοδουλειά, τι αίσθηση δικαιοσύνης! Σταματώ εδώ αφού έχω κάνει αμέτρητα spoilers σ΄ένα ασυνήθιστο, αυθεντικό, βαθυστόχαστο βιβλίο…