ΤΑ ΛΑΖΑΡΕΤΑ ΤΗΣ ΣΚΙΑΘΟΥ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ
2022-07-21 20:57:28
Κατά τον 19ο αιώνα των μεγάλων λοιμών που θέριζαν τον κόσμο, στη Σκιάθο λειτούργησαν διαδοχικά ως καραντίνα, τέσσερα λοιμοκαθαρτήρια: Μετά την επάνοδο των κατοίκων από το Κάστρο στη σημερινή πόλη -όπου βρισκόταν και η αρχαία- δημιουργήθηκε το πρώτο δημοτικό λοιμοκαθαρτήριο στο Μπούρτζι που λειτούργησε μέχρι το 1836, όταν και μεταφέρθηκε επί δημαρχίας Αναγνώστη Μπονάκη (πολιτικού και αγωνιστή του 1821) σε κτίριο δίπλα στον Άγιο Γεώργιο και αργότερα έγινε δημόσιο.
Το 1853 επί Αλέξανδρου Επιφ. Καλοειδή (πλοίαρχου) χτίστηκαν, με έξοδα και σχέδια της Κυβέρνησης, στην Πούντα απέναντι απ’ το λιμάνι, τα νέα Λαζαρέτα . Το παραθαλάσσιο από τα τρία κτίρια υπήρξε ένα απ’ τα πιο εντυπωσιακά οικοδομήματα στο νησί με τη μεγάλη πέτρινη σκάλα να δεσπόζει κάθετα στην πλαγιά και να καταλήγει σε μικρό αρχαίο λιμανάκι, δίπλα στη μαγευτική αμμουδερή αγκαλιά. Κατά τη μεγάλη επιδημία χολέρας του 1865-1866, λειτούργησε, επί Γεωργίου Μπούρα (πλοιάρχου, αγωνιστή του 1821) το τέταρτο και μεγαλύτερο λοιμοκαθαρτήριο στο Μεγάλο Τσουγκριά κι ήταν αυτό που έδωσε το σκηνικό στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη για να γράψει το υπέροχο διήγημα “Βαρδιάνος στα Σπόρκα” που διηγείται την ιστορία της γριάς Σκεύως.
Οι σχετικές αναφορές του Παπαδιαμάντη στο διήγημα είναι οι παρακάτω: “Ἀληθινά, δὲν τῆς ἐκαλοφάνη τῆς γριᾶς Σκεύως, ὅταν ἔμαθε τὴν νέαν εἴδησιν, ὅτι ὁ ὑιός της ἔμελλε λοιπόν, ὅταν ἔλθῃ ―διότι θὰ ἤρχετο, σίγουρα, αὐτὸ ἡ γρια-Σκεύω τὸ ἐπίστευεν ἀκραδάντως― νὰ διατρίψῃ εἴκοσι μίαν ἡμέρας εἰς τὸν Τσουγκριᾶν, καὶ ἄλλας ἕνδεκα εἰς τὰ Λαζαρέτα, σωστὰς τριανταδύο ἡμέρας καραντίνα. Τὸν παλαιὸν καιρὸν τοὐλάχιστον, ὅταν ἤρχετο ἀπὸ τὸ ταξίδι ὁ καπετὰν Γιαλής, ν᾽ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του, ἔκαμνεν ἕνδεκα ἡμέρας, ἢ δεκατέσσαρας ἡμέρας, ἢ καὶ τρεῖς ἑβδομάδας εἰς τὰ Λαζαρέτα, ὄχι εἰς αὐτὸ τὸ νεώτερον κοινὸν λαζαρέτο, ἀλλ᾽ εἰς τὰ παλαιὰ Λαζαρέτα, σιμὰ εἰς τὸν Ἅγιον Γεώργιον, καὶ τότε ἡ Σκεύω, μαζὶ μὲ ἄλλες γυναῖκες, καπετάνισσες ἢ ἄλλες ὁποὺ εἶχαν τοὺς ἄνδρας των ἢ τοὺς συζύγους των εἰς τὴν καραντίναν, ἔτρεχε κάθε βράδυ εἰς τὴν καραντίναν, καὶ ὅλαι εἶχαν τὰ κοφινάκια των γεμᾶτα.” “Τὰ σταφύλια ἐκομίζοντο εἰς τὰ Λαζαρέτα, εἰς τὸ πεῖσμα τῆς ἀπαγορεύσεως τοῦ ἰατροῦ, ὅστις δὲν ἤξευρε τί ἔλεγε. Νὰ εἶναι κλεισμένοι οἱ ἄνθρωποι, φυλακωμένοι μέσα εἰς τὰ πλοῖα, ἐπὶ ἑβδομάδας, Αὔγουστον μῆνα, καὶ νὰ μὴν ἔχουν σταφυλάκι νὰ βρέξουν τὸ στόμα των! Καὶ ποῦ τὸ ηὗρε γραμμένο; Λέει πουθενά, στὸ γιατροσόφι μέσα, ὅτι πρέπει νὰ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ ἕνα κακὸ διὰ νὰ γλυτώσουν ἀπὸ τὸ ἄλλο; ― Καὶ ἔφθαναν κάθε βράδυ, βασίλευμα ἡλίου, αἱ γυναῖκες, πέρα στὰ Λαζαρέτα, ἀντικρὺ τοῦ χωρίου, ἐκεῖθεν τῆς λίμνης καὶ τοῦ ναυπηγείου, σιμὰ εἰς τὸν Ἅγιον Γεώργιον.” “Πρὸ τεσσαρακονταετίας σχεδόν, ἡ Κυβέρνησις ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψῃ τὸ παλαιὸν λαζαρέτον, τὸ ὁποῖον ἦτο εἰς τὸν μυχὸν τοῦ ἀνατολικοῦ λιμένος, καὶ διέταξεν νὰ κτίσωσι νέα λαζαρέτα μεσημβρινότερον ἐπὶ τῆς αὐτῆς παραλίας, ἓν περίπου μίλιον ἀπώτερον, πρὸς τὸ ἀνατολικὸν στόμιον τοῦ λιμένος. «Ἀπὸ Θεὸ κι ἀπ᾽ ἀφεντιὰ» τὰ νέα λαζαρέτα ἐκτίσθησαν, κατὰ τὸ σχέδιον τοῦ μηχανικοῦ τῆς Κυβερνήσεως. Τρία κτίρια, τὰ δύο ὑψηλότερα ἐπὶ τοῦ βουνοῦ, τὸ τρίτον χαμηλότερον πρὸς τὴν παραλίαν. Ἐν μέσῳ τῶν τριῶν μεγάλη στέρνα, αἰωνίως στειρευμένη ἀπὸ νερόν. Κάτωθεν τοῦ τρίτου λαζαρέτου, ὑψηλή, πλατεῖα μαρμαρίνη κλῖμαξ, καὶ κάτωθεν τῆς κλίμακος πλατεῖα καλοκτισμένη ἀποβάθρα ἐπὶ τῆς θαλάσσης.” “Ἦσαν ποθεινοὶ οἱ καιροὶ ἐκεῖνοι, ὅταν ὑπῆρχον ἀκόμη τὰ παλαιὰ Λαζαρέτα. Ἁπλοῦν ἄκομψον κτίριον, τοῦ ὁποίου τὰ ἐρείπια φαίνονται ὡραῖα σήμερον εἰς ὅσους ἐγήρασαν ἀρκετά, ὥστε νὰ προτιμῶσι τὰς παλαιὰς ἀναμνήσεις ἀπὸ τὴν σύγχρονον πραγματικότητα.” “Ὅλοι ὁμοῦ ἐζητοῦσαν νὰ πάρουν πράτιγο, ἐζητοῦσαν νὰ μετατεθῶσιν εἰς τὰ κάτω Λαζαρέτα, ἐζητοῦσαν νὰ τοὺς δίδωνται εὐθηνὰ ἢ καὶ δωρεὰν τὰ τρόφιμα, δὲν ἤξευραν τί ἐζητοῦσαν.” “Τὴν τρίτην ἡμέραν, αὐτὸς καὶ ἡ μήτηρ του ἀνέβησαν εἰς τὸν λόφον, διὰ ν᾽ ἀποχαιρετίσωσι τὸν πάτερ Νικόδημον, καθόσον ἡτοιμάζοντο νὰ τύχωσιν ἐλευθέρας κοινωνίας, ἢ νὰ μετατεθῶσιν εἰς τὰ Κάτω Λαζαρέτα.”
Στην έρευνα για τις παραθαλάσσιες υποδομές της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Σκιάθου της Μαγδαληνής Αθανασούλας και του Αλκιβιάδη Γκινάλη που στηρίχτηκε στις αυτοψίες το 2012-13 της Εφορείας ενάλιων αρχαιοτήτων και της Εφορείας αρχαιοτήτων Μαγνησίας, ανακαλύφθηκαν τα εξής για τη θέση Λαζαρέτα: Kαταγράφηκε βάση προβλήτας του 5ου αι. μ.Χ. με νεώτερη ανωδομή και στην ζώνη παραλίας ίχνη Ρωμαϊκής Έπαυλης του 3-4ου αι. μ.Χ. (Villa Maritima) Εντοπίστηκαν συγκεκριμένα κιόλοι μιας ιστερορωμαικής έπαυλης με τρεις κλιβόνους κατά μήκος της παραλίας που αποδεικνύουν την παρουσία εργαστηρίου (Pors nustico). Επίσης, η προβλήτα σε βάθος 0,40 εκ έχει μήκος 16μ και πλάτος 7μ. Είναι κατασκευασμένη από υδρουλικό κονίομο όπως περιγράφεται από τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα Βιρούβιο Πολλίωνο και αργότερα τον Προκόπιο. Η σύνθεση κι ο τρόπος κατασκευής έχει ομοιότητες με το λιμάνι του Θεοδοσίου στη Κων/πολη τον 5ο αιώνα μΧ. Τέλος, στις παρακείμενες ξέρες Μυρμήγκια («ὑφάλους μόλις ἀνεχούσας ἀπὸ τὸ κῦμα») εντοπίστηκε συσσωρευμένη κεραμική (σπασμένοι αμφορείς) από ναυάγιο του 6ου- 7ου αιώνα μ.Χ. Η περιοχή γενικότερα χρήζει περαιτέρω αρχαιολογικής διερεύνησης…
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ