SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Η ΚΑΛΛΙΚΑΤΖΟΥΝΑ // του Γιώργου Σανιδά

2019-12-16 21:35:47
Πρόκειται για το υδρόβιο πτηνό που αλλού το ονομάζουν Μαυροβουτηχτάρι ή βουτηχτάρι ή κωλοβούτι καθώς ανήκει στο γένος Podiseps που είναι η ακριβής λατινική απόδοση της ελληνικής λέξης Πυγόπους (πυγή = οπίσθια + πους = πόδι) και σχετίζεται με την οπίσθια θέση των ταρσών του πτηνού σε σχέση με το σώμα του. Στην Ελλάδα συναντάμε το μικρότερο ευρωπαϊκό βουτηχτάρι, με ‘’στρουμπουλό’’ παρουσιαστικό, μυτερό ράμφος και μακρύ λαιμό. Τα μαυροβουτηχτάρια αναζητούν την τροφή τους (μαλάκια, γαρίδες υφάλμυρου νερού, αμφίβια, όπως μικρούς βατράχους, πολύχαιτους σκώληκες, σαλιγκάρια με τα ψάρια να παίζουν μικρότερο ρόλο),κυρίως με καταδύσεις. Ο χρόνος κατάδυσης είναι συνήθως περισσότερο από 30 δευτερόλεπτα, ενώ το βάθος συνήθως λιγότερο από 2,5 μέτρα, κατ'εξαίρεση, έως και 5,5 μέτρα. Γενικά, είναι ένα πτηνό που πολλοί βλέπουν στην επιφάνεια των νερών, λίγοι όμως παρατηρούν προσεκτικά. Εις εξ αυτών των ολίγων, ο ευαίσθητος κυρ- Αλέξανδρος που του αφιέρωσε ολόκληρο ομότιτλο διήγημα. Στη Σκιάθο ονομάζεται δε καλλικατζούνα και πιθανόν να τη βάφτισε έτσι κάποιος με κρητική καταγωγή αν η ετυμολογία της προέρχεται απ’ το καλλι- κατσούνα, δηλαδή όμορφη μπαστούνα με γυριστή κεφαλή, όπως τη λένε στο μεγάλο νησί. Ο Παπαδιαμάντης το περιγράφει ως «τὸ μέγα μαυρόπτερον, λεπτόπτερον, καὶ οἱονεὶ τριχωτὸν πουλί» που οι άστοργοι θαμώνες του λιμανιού πυροβολούσαν να σκοτώσουν, έτσι «διὰ τὸ γέρας καὶ τὸ κατόρθωμα» καθώς «τὸ πτωχὸν θαλασσοπούλι» «δὲν τρώγεται, ἤ, τοὐλάχιστον, δὲν χωνεύεται». Ωστόσο, «ἡ καλλικατζούνα ἔπαιζε μὲ τὸ κῦμα, ἡ ἀλκυὼν ἔκτιζε τὴν φωλεάν της εἰς τὸν ἀφρόν. Ἐβούτα, ἀνέδυεν, ἐκρύπτετο, ἐφαίνετο, σχεδὸν δὲν ἐκινεῖτο ἐπαισθητῶς, οὔτε ἐπτοεῖτο, ἀλλ᾿ ἐνῷ τὴν ἔβλεπες πρὸ μιᾶς στιγμῆς ἐδῶ, ἔξαφνα τὴν ἀνεκάλυπτες παρέκει, δέκα ὀργυιὰς μακράν. Οὔτε ἐψήφιζε τοὺς κρότους, τὰ πυρά, καὶ τὰ βόλια. Ἐφαίνετο νὰ ἦτο ἄτρωτον τὸ δέρμα της. Ἐνῷ τώρα εὑρίσκετο πρὸς τὴν δυτικὴν πλευρὰν τῆς νησῖδος, κατέναντι τῆς προκυμαίας καὶ τῆς ἀγορᾶς, αἴφνης μετὰ τρία λεπτὰ εὑρέθη πέραν τοῦ κάβου, πρὸς τὴν ἄλλην πλευράν, τὴν ἀνατολικήν.» «Τέλος ἡ καλλικατζούνα ἐλοξοδρόμησεν, ἐτράπη πρὸς τὸν σιρόκον, εἰς τὰ νοτιανατολικά, καὶ ἀπεμακρύνθη πόρρω ἐν ἀπόπτῳ.» Και… «οἱ κυνηγοὶ ἐπῆραν τὴν ἀπόφασίν των, καὶ ἐπέστρεψαν οἱ μάγκες εἰς τὸ ἰχθυοπωλεῖον, οἱ θηρευταὶ εἰς τὴν προκυμαίαν, οἱ θαμῶνες τοῦ καφενείου εἰς τοὺς ναργιλέδες των, καὶ ὁ χωροφύλαξ εἰς τὴν καζάρμα του. Ἐπὶ ἑβδομάδας καὶ μῆνας καὶ ὅλον τὸν χειμῶνα καὶ μετέπειτα δὲν ἐφάνη πλέον ἡ καλλικατζούνα.» Πώς να φανεί;