Τραγωδία Τεμπών: Στους 15 έφτασαν οι κατηγορούμενοι
2023-09-02 10:11:08
Στους 15 έφτασαν πλέον οι κατηγορούμενοι για την τραγωδία των Τεμπών μετά και τις νέες ποινικές διώξεις που άσκησε ο αντεισαγγελέας Εφετών Λάρισας κ. Λάμπρος Τσόγκας την περασμένη Δευτέρα μετά και την ανακοίνωση νέων αξιόποινων πράξεων από τον Εφέτη Ανακριτή που διερευνά την υπόθεση.
Ο ανακριτής, κ. Σωτήρης Μπακαΐμης, μελετώντας το υλικό που έχει στα χέρια του, αποφάσισε τη δίωξη τεσσάρων στελεχών του ΟΣΕ και συγκεκριμένα δύο πρώην προέδρων και διευθυνόντων συμβούλων του ΟΣΕ -από 2019 μέχρι 2022- έναν πρώην διευθύνοντα σύμβουλο και ένα εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΣΕ.
Και οι τέσσερις κατηγορούνται για το κακούργημα της διατάραξης ασφάλειας των συγκοινωνιών δια παραλείψεως και για τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς σωματικής βλάβης και ελαφράς σωματικής βλάβης από αμέλεια κατά συρροή δια παραλείψεως. Σύμφωνα με πληροφορίες οι διώξεις των τεσσάρων στελεχών έχουν να κάνουν με τη μη διασφάλιση συντήρησης των συστημάτων ασφαλείας όπως το ψηφιακό σύστημα επικοινωνίας GSM-R και το συστήματα σηματοδότησης.
Ο πρόεδρος του ΟΣΕ είχε περάσει την πόρτα του ανακριτή για να απολογηθεί στις 29 Μαΐου και αναμένεται να βρεθεί ξανά την Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου ενώπιον του ανακριτή, αυτή τη φορά όμως κατηγορούμενος για πράξη κακουργηματικού χαρακτήρα. Μαζί με αυτόν κλήθηκαν να καταθέσουν την Τρίτη και τα άλλα τρία στελέχη του ΟΣΕ στα οποία ασκήθηκε προσφάτως δίωξη.
Πρώτη δημόσια τοποθέτηση και σύμβαση “σκούπα”
Η κατάθεση που αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι αυτή του πρώην προέδρου του ΟΣΕ – (Σεπτέμβριος 2019- Ιούνιος 2020) Κώστα Σπηλιόπουλου, ο οποίος είναι και ο μόνος από τους 15 συνολικά κατηγορούμενος που τοποθετήθηκε μέχρι στιγμής επίσημα με αφορμή τη δίωξή του.
Συγκεκριμένα ο κ. Σπηλιόπουλος σε ανακοίνωσή του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης την Τετάρτη ανέφερε ότι: “Με αφορμή τα τελευταία δημοσιεύματα νιώθω την υποχρέωση και την προσωπική ανάγκη να ενημερώσω για την στάση μου απέναντι στα σοβαρά προβλήματα του ΟΣΕ κατά τη διάρκεια της ολιγόμηνης θητείας μου ως Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Οργανισμού. Ανέλαβα τη θέση αρχές Νοεμβρίου του 2019 και υπέβαλα την παραίτησή μου στις 3 Ιουνίου του 2020. Στις 28 Μαΐου του 2020 γνωρίζοντας πια καλά τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις του οργανισμού, απευθύνθηκα στον Πρωθυπουργό με εμπιστευτική επιστολή. Δημοσιοποιώ κάποια αποσπάσματα της μακροσκελούς και λεπτομερούς επιστολής μου”.
Σε αυτή την επιστολή ο κ. Σπηλιόπουλος αφήνει αιχμές και για πολιτικά πρόσωπα. Συγκεκριμένα: “Φαίνεται όμως ότι η προσπάθεια που κάνουμε ενοχλεί τις υπάρχουσες δομές όπως λειτουργούσαν και τα διάφορα συμφέροντα που βρίσκουν ευήκοα ώτα στους διαδρόμους του Υπουργείου. Ο Υπουργός παρά τα επίμονα αιτήματά μου ποτέ δεν με δέχθηκε για συνεργασία και ενημερώσεις. Αντίθετα με διάφορους τρόπους υπονομεύει την προσπάθειά μου και την παρουσία μου. Φαίνεται ότι χάλασε η συνταγή και διαψεύστηκαν οι προσδοκίες ορισμένων. Οι λόγοι που συμβαίνουν αυτά είναι σε μένα απολύτως καθαροί και τους έχω αναφέρει στον κ. Δημητριάδη, θέλουν διοίκηση απόλυτα υποταγμένη στους δικούς τους σχεδιασμούς και αυτά δυστυχώς είναι σε γνώση του Υπουργού”.
Αυτή ωστόσο δεν ήταν η πρώτη φορά που ο κ. Σπηλιόπουλος τοποθετείται δημόσια για τις παθογένειες του Ελληνικού Σιδηροδρόμου.
Λίγες μέρες μετά το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη, ο κ Σπηλιόπουλος έκανε παρέμβαση ως επικεφαλής παράταξης στο Περιφερειακό Συμβούλιο Δυτικής Ελλάδας αναφέροντας μεταξύ άλλων τα εξής για την “αμαρτωλή” σύμβαση 717 που ο ίδιος χαρακτηρίζει “σκούπα”:
“Υπάρχουν όμως και προβλήματα όπως το ότι δεν υπήρχε και δυστυχώς δεν υπάρχει ακόμη συστηματική και οργανωμένη συντήρηση και φύλαξη των υποδομών που δημιουργούνται. Για αυτό γίνονταν και γίνονται ακόμη βανδαλισμοί και κλοπές υλικού (μετάλλων, χαλκού, κλπ). Αποτέλεσμα αυτών είναι η απαξίωση και η καταστροφή ακριβών και κρίσιμων εγκαταστάσεων όπως σηματοδότηση, τηλεδιοίκηση κλπ. Χρειάστηκε έτσι να γίνει μία συνολική εργολαβία – σκούπα (717) για την ανάταξη αυτών των συστημάτων σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης και πολλά άλλα, ώστε στη συνέχεια να εφαρμοστούν τα συστήματα ασφαλείας ETCS κλπ, στον άξονα Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Που θα παρέχουν την πλήρη ασφάλεια στην κίνηση των τραίνων, ανεξάρτητα από τον ανθρώπινο παράγοντα. Δυστυχώς όμως από τότε, για διάφορους λόγους και από διάφορους χειρισμούς, η ολοκλήρωση όπως δηλώνεται πλέον από κυβερνητικά χείλη, θα γίνει το καλοκαίρι του τρέχοντος έτους 2023”.