SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

1830, ο Σκοπελίτης Γεώργιος Φάλκου Λεμονής, ο πρώτος θανατοποινίτης του Νέου Ελληνικού Κράτους | γράφει η Ηρώ Μελαχροινάκη

2023-03-21 15:30:15
Η θανατική ποινή στην Ελλάδα υπήρχε από τα αρχαία χρόνια. Ως την επανάσταση ωστόσο του 1821, λίγα έως μηδαμινά είναι τα ιστορικά στοιχεία που αναφέρονται σε αυτή. Στις 17/04/1823, στη Β΄ Εθνοσυνέλευση, ψηφίζεται η 1η ποινική νομοθεσία της χώρας μας, το «Απάνθισμα των Εγκληματικών», στην οποία προβλεπόταν η θανατική ποινή, για πολύ σοβαρά εγκλήματα. Ωστόσο, ως το 1830 και παρά την έκρυθμη κατάσταση που επικρατούσε τότε στη χώρα μας, δεν είχε καταδικασθεί κανείς «εις θάνατον», με τη γνωστή «κεφαλική καταδίκη», δια τουφεκισμού. Η στάση του Καποδίστρια απέναντι στην «κεφαλική καταδίκη» χαρακτηρίζεται μάλλον ελαστική, αφού όποτε ανέκυψε τέτοιο ζήτημα, σχεδόν πάντα απένειμε χάρη. Η πρώτη τέτοια καταδίκη, η οποία πραγματοποιήθηκε και ο Κυβερνήτης Καποδίστριας αρνήθηκε τη χάρη, ήταν αυτή που αφορούσε στο Σκοπελίτη ποιμένα, το Γεώργιο Φάλκου (Φιλίππου) Λεμονή (γεννημένος το 1805), που τουφεκίστηκε στη Σκόπελο από στρατιώτες και αστυνομικούς. Η ιστορία δεν είναι άγνωστη, ωστόσο έχουν παραληφθεί σημαντικές λεπτομέρειες, καθώς δεν ήταν ο μόνος φονέας της υπόθεσης. Ας πάρουμε όμως την ιστορία από την αρχή. Κοντά στο μοναστήρι της Αγίας Μονής στη Σκόπελο, ζούσε ο Γιάννης με τον αδελφό του και την ηλικιωμένη μητέρα τους. Η 2ετής ερευνά μου για το επίθετο της οικογένειας του Γιάννη ήταν μάταιη. Σε αυτό το σπίτι σύχναζε ο Γεώργιος Λεμονής και ο αδελφός της γυναίκας του ο Δημ. Μαρλίτζης, ως φίλοι της οικογένειας, συνεργάτες; παραμένει άγνωστο... Ένα βράδυ του Μαΐου λοιπόν, που ο Λεμονής και ο Μαρλίτζης είχαν περάσει απ’ το σπίτι του Γιάννη, έπεσαν στην αντίληψη τους αρκετά χρήματα (377,5 γρόσια). Φεύγοντας από το σπίτι  είχαν κλέψει τα γρόσια, γεγονός που αντιλήφθηκε ο Γιάννης δυο μέρες μετά και πήγε στο σπίτι του Λεμονή να του ζητήσει το λόγο.  Ο Λεμονής αρνήθηκε την κλοπή, αλλά ο Γιάννης φεύγοντας, του είπε πως θα πάει στην Αστυνομία να τους καταγγείλει. Στο άκουσμα της Αστυνομίας ο Λεμονής θόλωσε, προφανώς ενημέρωσε και το Μαρλίτζη και κίνησαν για το σπίτι του Γιάννη στην Αγία Μονή. Εκεί ήταν όλη η οικογένεια, δεν ξέρει κανείς τι ειπώθηκε, παρά μόνο πως ο Λεμονής και ο Μαρλίτζης δολοφόνησαν και τους τρείς, με τσεκούρι και μαχαίρι. Στη Σκόπελο μαθεύτηκε το φοβερό νέο και οι δολοφόνοι συνελήφθησαν, δικάστηκαν και καταδικάσθηκαν σε θάνατο (28/03), από το Πρωτόκλητο Δικαστήριο των Β. Σποράδων, που έδρευε στη Σκόπελο. Ο Λεμονής και ο Μαρλίτζης μετά την σύλληψη τους δραπέτευσαν στα βουνά. Εκεί ζούσαν μόνο με φρούτα, με αποτέλεσμα να μην αντέξουν την πείνα και μετά από τριάντα μέρες  να κατέβουν στη Σκόπελο. Εκεί βοηθήθηκαν από έναν αδελφό του Μαρλίτζη, καθώς και από ένα κτηματία του νησιού, ώστε να δραπετεύσουν με πλοιάριο από το Γλυστέρι και να πάνε στο χωριό Προμύρι της Ζαγοράς. Ο μόνος που συνελήφθη εκεί και επέστρεψε στη Σκόπελο, όπου δικάστηκε εκ νέου και καταδικάστηκε σε θάνατο ήταν ο Λεμονής. Τα ίχνη του Μαρλίτζη χάθηκαν. Ο πεθερός του Λεμονή ζήτησε χάρη από τον Καποδίστρια (20/05), η οποία απορρίφθηκε, πιθανών εξαιτίας της δραπέτευσής του. Ο Λεμονής πέρασε την προηγούμενη νύχτα της εκτέλεσης του κλεισμένος στο ναό της Φανερωμένης ώστε να αναλογιστεί την πράξη του και να μετανοήσει. Όταν ξημέρωσε (15/10) οδηγήθηκε στο προαύλιο της Φανερωμένης, όπου και τουφεκίστηκε αρχικά από 3 αστυνομικούς στο κεφάλι και στη συνέχεια από 3 στρατιώτες. Μετά την καταδίκη του Λεμονή πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα άλλες δυο παρόμοιες εκτελέσεις και μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια άλλη μια. Ο Όθωνας προτίμησε τη Γκιλοτίνα, ως μέσο εφαρμογής της θανατικής ποινής, που έπαψε να ισχύει από το 1972 αλλά νομοθετικά καταργήθηκε το 1993. Όλες οι λεπτομέρειες της διαφυγής και τα ονόματα θα δημοσιευθούν αργότερα σε έντυπη μορφή.