Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ / γράφει ο Αρχιμανδρίτης Λουκάς Σταμέλος
2016-11-13 10:17:51
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί αδελφοί, βλέπουμε ένα διάλογο να διαδραματίζεται ανάμεσα στο Χριστό και σε ένα νομοδιδάσκαλο. Πορεύεται, λοιπόν, ο δεύτερος να συναντήσει τον Κύριο και θέλοντας να τον παγιδέψει του κάνει την εξής «πονηρή» ερώτηση «Δάσκαλε, τί να κάνω για κληρονομήσω την αιώνιο ζωή;».
Αυτή η ερώτηση θα ήταν φυσιολογική για κάθε απλό άνθρωπο, ειδικά αν υπήρχε πράγματι ο πόθος της ευσεβείας και της κατά Θεόν βιωτής. Όμως όταν η ερώτηση αυτή προέρχεται από έναν σπουδαστή του Νόμου, από έναν διδάσκαλο του Νόμου, ασφαλώς καταλαβαίνουμε ότι μόνο αγαθή δεν ήταν η διάθεση του ερωτώντος, γιατί αν υπήρχε κάποιος που ήξερε ακριβώς τί πρόσταζε ο Μωσαϊκός Νόμος για τη σωτηρία του ανθρώπου, ήταν αυτός. Αυτό ισχύει γιατί αυτός ο άνθρωπος είχε αφοσιώσει όλη του τη ζωή όχι μόνο στη μελέτη αλλά και στη διδασκαλία του Νόμου, πράγμα που σημαίνει ότι για να διδάξεις κάτι είναι απαραίτητο να το κατέχεις απόλυτα. Άρα ο συγκεκριμένος, ενώ δίδασκε τα της σωτηρίας του ανθρώπου, πήγε να ρωτήσει γεμάτος απορία ως αμαθής.
Φυσικά ο Χριστός ως καρδιογνώστης γνώριζε το σκοπό του νομοδιδασκάλου και του απαντά «Στο Νόμο τί υπάρχει γραμμένο; Εσύ που τον διαβάζεις τί καταλαβαίνεις;». Άρα φαίνεται εξ αρχής ότι ο Χριστός γνωρίζει πώς θα τον βοηθήσει να λάβει η ψυχή του ότι έχει ανάγκη και να ηρεμήσει από την προσπάθεια παγιδεύσεως του Ιησού. Του λέει λοιπόν ο νομικός «Πρέπει να αγαπήσεις το Θεό με όλη την καρδιά σου, με όλη την ψυχή σου και με όλη τη δύναμή σου. Και πρέπει να αγαπήσεις και το διπλανό σου, τον πλησίον σου, όπως ακριβώς αγαπάς τον εαυτό σου.». «Ωραία, λοιπόν, του λέει ο Χριστός, αφού θες να ζήσεις αιώνια κάνε αυτό που σε προστάζει ο Νόμος».
Όμως, επειδή ο νομικός ήθελε να δικαιολογηθεί για το ότι δεν τηρούσε αυτή την εντολή, έκανε τάχα ότι δεν καταλάβαινε και ρωτά «Και τί εννοεί όταν λέει τον διπλανό, τον πλησίον μου;». Αυτή την αφορμή έψαχνε ο Χριστός για να βοηθήσει το νομικό και εν γένει τον άνθρωπο να ξεκολλήσει από τον εαυτό του και να ανοιχθεί στο συνάνθρωπό του και διηγείται την εξής παραβολή: « Κάποιος πορευόταν από τα Ιεροσόλυμα προς την Ιεριχώ και τον συνάντησαν κάτι ληστές, αυτοί αφού τον έκλεψαν, τον έγδυσαν και τον έδειραν τόσο πολύ που τον άφησαν ετοιμοθάνατο στην άκρη του δρόμου. Έτυχε δε να περνά από το μέρος εκείνο ένας ιερέας του Μωσαϊκού Νόμου ο οποίος αφού τον είδε τον προσπέρασε, το ίδιο έκανε και ένας ιερέας από τη φυλή του Λευί. Όμως ένας Σαμαρείτης, ένας δηλαδή ξένος προς τους Ισραηλίτες και το Νόμο, και όχι μόνο απλώς ξένος καθώς υπήρχε διαμάχη μεταξύ Ισραηλιτών και Σαμαρειτών, πέρασε από μπροστά του και τον σπλαχνίσθηκε. Κατέβηκε, λοιπόν, από το ζώο του, τον φρόντισε επιτόπου, του έδεσε τις πληγές και τις καθάρισε με λάδι και κρασί (οι πρώτες βοήθειες της εποχής) και αφού τον φόρτωσε στο ζώο του τον πήγε στο πλησιέστερο πανδοχείο (ξενοδοχείο και εστιατόριο). Εκεί τον περιποιήθηκε εκτενέστερα και έμεινε μαζί του όλο το βράδυ να τον φροντίζει. Το πρωί δε, αφού έπρεπε να φύγει, πήγε στον πανδοχέα και του έδωσε ένα σεβαστό ποσό ώστε να φροντίσει και ο πανδοχέας τον άτυχο άνθρωπο και του είπε μάλιστα πως ό,τι άλλο χρειαστεί ο ασθενής να του το παράσχουν, και αυτός θα ξαναπερνούσε στην επιστροφή του να πληρώσει τα υπόλοιπα έξοδα νοσηλείας.»
Τελειώνει τη διήγηση ο Χριστός ρωτώντας τώρα αυτός το νομοδιδάσκαλο: «Τί λες εσύ, ποιός είναι πραγματικά πλησίον, διπλανός, του άτυχου άνδρα;». Και απαντά ντροπιασμένος ο νομικός «αυτός που τον ελέησε και τον βοήθησε» για να λάβει την πλήρη αγάπης και νουθεσίας ανταπάντηση του Κυρίου «πήγαινε λοιπόν και εσύ και κάνε το ίδιο στη ζωή σου για να κληρονομήσεις την αιώνιο ζωή, δηλαδή δείξε ανιδιοτελή αγάπη ακόμα και στον εχθρό σου».
Αγαπητοί αδελφοί, ακούμε το Χριστό να διηγείται αυτή την τόσο διδακτική ιστορία και βλέπουμε κάτι ιδιαίτερο. Δε κατακρίνει ο Χριστός τον ιερέα και το Λευίτη, δε στέκεται στο λόγο για τον οποίο αυτοί δεν παρείχαν βοήθεια στον χτυπημένο. Θα μπορούσε να είναι ανταποδοτικός στην αδιαφορία τους αυτή, όμως τον Ιησού δεν τον ενδιαφέρει η τιμωρία αλλά η αγάπη, δεν αναλύει ο Χριστός την αδιαφορία και τη στάση των, υποτίθεται, τηρητών του Νόμου αλλά αναλύει την αγαπητική στάση του ξένου. Ενδιαφέρει τον Κύριο η θυσία για το συνάνθρωπο, η ανιδιοτελής αγάπη προς τον εχθρό ακόμα που φθάνει έως το σημείο της θυσίας. Γιατί θα μπορούσαν να βρίσκονται ακόμα εκεί κοντά οι ληστές και να κινδυνέψει και ο ίδιος. Θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι αυτός τον έφερε σε αυτή τη θέση, ίσως ακόμα να συνερχόταν ο άρρωστος και να έλεγε ότι ο σαμαρείτης τον λήστεψε. Όμως ο καλός σαμαρείτης δε λογαριάζει τίποτα μπροστά στην εντολή της αγάπης, διακινδυνεύει τον εαυτό του, θυσιάζει την άνεσή του και τη βόλεψή του, αναβάλλει τις δουλειές του, ξοδεύει τα χρήματά του, υποχρεώνεται στον πανδοχέα και βάζει χρέος στον εαυτό του για αυτόν τον ξένο.
Και όλα αυτά για ποιό αντάλλαγμα; Θα του πει κανένας μπράβο; Αφού φεύγει πριν συνέλθει ο ασθενής κι αυτό χωρίς να αφήσει το όνομά του ή κάποιο στοιχείο του. Μήπως θα κερδίσει κάτι; Μα αφού ξοδεύει απ’ τα δικά του χρήματα, ίσα ίσα βγαίνει ζημιωμένος. Όχι όμως απόλυτα. Τον πληρώνει η ηρεμία της συνειδήσεώς του που κάνει το χρέος προς το συνάνθρωπό του, τον γεμίζει η αγάπη από την αγάπη που δείχνει και τον γαληνεύει η σκέψη ότι προς το Θεό είναι εντάξει και πως ο Θεός δε θα τον αφήσει «απλήρωτο», θα του δώσει αν όχι ευλογίες εδώ, σίγουρα τον Παράδεισο.
Αυτό είναι και το νόημα, αδελφοί μου, αυτής της παραβολής. Είπαμε την προηγούμενη Κυριακή στο κήρυγμα πως το νόημα της ζωής είναι η πραγμάτωση της αγάπης, να δείξουμε δηλαδή αγάπη στο Θεό και στο συνάνθρωπό μας. Αγάπη μέχρι θυσίας, γιατί αναφέρεται «αγαπήσεις….και τον πλησίον σου ως εαυτόν». Για τον εαυτό μας δε θα κάναμε τα πάντα; Δε θα φτάναμε έως εσχάτων; Αυτό ακριβώς μας ζητάει και ο Χριστός, να αγαπούμε Αυτόν αλλά και τον πλησίον μας. Εκπέμπεται έτσι η αγάπη μας προς δύο κατευθύνσεις, μια κάθετη (δηλαδή από εμάς που είμαστε κάτω στη γη μέχρι επάνω τον ουρανό που βρίσκεται ο Θεός) και μία οριζόντια (από εμάς προς τους συνανθρώπους μας που είναι δίπλα μας). Γίνεται έτσι η ζωή μας ένας Σταυρός, καθώς εκπέμπουμε κάθετα και οριζόντια αγάπη, ευλογείται η ζωή μας, σηκώνουμε τον προσωπικό μας σταυρό ευκολότερα και ανοίγουμε τον Παράδεισο. Το κλειδί του Παραδείσου βρίσκεται στα χέρια μας, όμως για να το ενεργοποιήσουμε πρέπει να το βάλουμε στην καρδιά μας και να ανοίξουμε την αγάπη μας προς το συνάνθρωπό μας, γιατί ο δρόμος του Παραδείσου περνάει από διπλανό μας.
Ας εφαρμόζουμε έτσι πάντοτε την αγάπη παντού ώστε ο Κύριος της αγάπης να μας χαρίσει την αιώνια ανάπαυση στη γεμάτη αγάπη αγκαλιά του. Αμήν.
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ