SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Annie Ernaux: Όσα μας είπε η βραβευμένη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2022 στο Φεστιβάλ της Ρώμης

2022-11-01 23:04:19
Η βράβευση της 82χρονης Annie Ernaux με Νόμπελ Λογοτεχνίας, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία αλλά δικαίωση. Η αιχμηρή αποστασιοποίηση στον τρόπο αφήγησης της ζωής της, καθιστά τον αναγνώστη συνένοχο στις προσδοκίες των άλλων. Δεδομένου ότι αυτοβιογραφείται μέσα από τα βιβλία της, η στάση της είναι δεδομένη και η ευθύνη της επίσης. Στην πρώτη επίσκεψη της σε κινηματογραφικό φορέα μετά τη βράβευση της με Νόμπελ, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Ρώμης, επέλεξε μαζί με τον γιο της (και συσκηνοθέτη στην ταινία Les années Super-8) να συνταχθεί με την κινηματογραφική της ιδιότητα· και εκεί εστίασε σχεδόν αποκλειστικά.
Στα βίντεο που ακολουθούν η συγγραφέας / σκηνοθέτις μιλάει για την ταινία που συνδημιούργησε με τον David Ernaux-Briot και είχε κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννών. Στο ωριαίο ντοκιμαντέρ η Ανί Ερνό εξερευνά τη μνήμη και τη δυναμική της οικογένειας πέρα ​​από τις σελίδες, μέσα από super-8 φιλμάκια (οικιακά βίντεο) που γυρίστηκαν από το 1972 μέχρι και το 1981.
Μια βουτιά στο μπαούλο της μνήμης
«Στην πραγματικότητα, αυτή η ταινία γεννήθηκε εντελώς τυχαία, επειδή τα αρχεία, που φυλάσσονταν σε μια ντουλάπα για μεγάλο χρονικό διάστημα, αυτά τα super-8 αρχεία τα έδειξε ακόμη και στα εγγόνια μου ο πατέρας τους στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Νομίζω ότι ήταν γύρω στο 2015, 2016 που είπε ο γιος μου, «θέλω να δείξω αυτές τις εικόνες» και μου ζήτησε να κάνω τον σχολιασμό, καθώς ξέραμε εκείνη τη στιγμή ότι μπαίναμε μέσα στο μπαούλο της μνήμης. Πιστεύω ότι υπάρχει στην πραγματικότητα μια αρκετά καλή σχέση μεταξύ των χρόνων των μεγάλων βιβλίων, με την έννοια των πολλών ετών και της εμβέλειας που δεν είχαν τα βιβλία μου μέχρι τότε, και αυτής της ταινίας. Ήταν εμφανές για εμένα ότι αυτά τα “Super-8” φιλμάκια, αφηγούνται κατά βάθος τον χρόνο. Έβλεπα τη ζωή μου και επίσης έβλεπα την οικογενειακή ζωή και έβλεπα και τον κόσμο μέσα από αυτές τις εικόνες που χρονολογούνται από το 1972 έως το 1981. Και ήταν ένα είδος βουβού ταξιδιού, που απαιτεί αναγκαστικά σχολιασμό αφού ουσιαστικά δεν λένε τίποτα από μόνες τους. Και ταυτόχρονα λένε απίστευτα πολλά. Αυτήν την πορεία, αυτήν την πάροδο του χρόνου ήταν που ήθελα… Ουσιαστικά ήθελα να φέρω εκείνα τα χρόνια στο φως, αυτά τα “Super-8” χρόνια, μέσα από το όραμα, και το μοντάζ φυσικά. Για το οποίο, ντρέπομαι, αλλά είμαι ανίκανη να το κάνω. Λοιπόν, ούτε να κινηματογραφήσω μπορώ… Είμαι ικανή απλώς να βάλω λέξεις στις εικόνες».

Λογοτεχνία και κινηματογράφος

«[Λογοτεχνία και κινηματογράφος] είναι αρκετά διαφορετικά… Στην ταινία, υποβάλλομαι πραγματικά στις εικόνες. Ήταν οι εικόνες που βασικά μου έδωσαν το νήμα της ιστορίας. Δεν ήμουν ελεύθερη όπως ήμουν με τα χρόνια, στα βιβλία, γιατί αυτές είναι νοητικές εικόνες, αναμνήσεις που μας καθοδηγούν. Ενώ εδώ είχα αληθινές εικόνες, κινηματογραφημένες εικόνες. Έπρεπε να παραδοθώ σε εκείνη την εποχή. Να παραδοθώ επίσης σε εκείνη την περίοδο της ζωής μου και από εκεί να χτίσω μια ιστορία που δεν θα ήταν αυτοβιογραφία, φυσικά. Και έπρεπε να λάβει υπόψη της κατά βάθος τόσο τον κόσμο, όσο και την οικογένεια και εμένα την ίδια. Αυτή η ιστορία, στην πραγματικότητα, ήταν πολύ πιο δύσκολο να γραφτεί, παρά να μπει σε ένα βιβλίο. Όσο για τον ιταλικό κινηματογράφο… Η ταινία που με σημάδεψε περισσότερο -και χαίρομαι που στην πραγματικότητα προκλήθηκε από μία ταινία- είναι το «Il Posto» για το οποίο γράφω σε ένα άλλο βιβλίο, που είναι «Το Γεγονός». Είναι «Ο Τόπος», αυτός είναι ο τίτλος που διάλεξα και για ένα βιβλίο μου, ίσως κατά βάθος να προέρχεται και από εκεί. Και μετά υπάρχει μια άλλη ταινία που είναι επίσης πολύ σημαντική για μένα. Αλλά ήμουν πολύ μικρή. Αυτή είναι η La Strada (Πουλημένη από τη Μητέρα της) του Φελίνι. Λοιπόν, θα μπορούσα πραγματικά να μιλάω ώρες για τον ιταλικό κινηματογράφο, χάρη στον ρεαλισμό του, αυτό με εντυπωσίαζε πραγματικά σε σύγκριση με τον γαλλικό κινηματογράφο που, συχνά, έβρισκα ότι ήταν λίγο επιφανειακός. Και λίγο φλύαρος, θα έλεγα».

Η εξαφάνιση των επιθυμιών και η ποίηση των καιρών μας

«Νομίζω ότι θα μπορούσα να είχα απαντήσει πολύ εύκολα πριν από 30 χρόνια. Τώρα είναι πολύ πιο δύσκολο για μένα, λες και στην πραγματικότητα, περνώντας τα χρόνια, είχα καταλάβει κάτι… Στην ουσία, όπως στην αρχή του βιβλίου του Κάφκα, όπου υπάρχει μια πόρτα, που αντιστοιχεί σε αυτόν, στον χαρακτήρα του Κάφκα, είναι σαν να το περπάτησα το μονοπάτι που έπρεπε να διανύσω. Και ξαφνικά όλες οι πιθανότητες και άρα οι επιθυμίες που θα μπορούσα να είχα, εξαφανίστηκαν. Λοιπόν, αυτό είναι πάνω κάτω. Πιστεύω ότι, για παράδειγμα, όταν διάβασα «Τα Πράγματα» του Georges Perec το 1965, πρέπει να σκέφτηκα, αχ, θα ήθελα να είχα γράψει αυτό το βιβλίο! Και μετά με άλλο ένα βιβλίο στην ίδια περίπου περίοδο, νομίζω ότι πρέπει να σκεφτόμουν, θα ήθελα να έχω γράψει και αυτό το βιβλίο, και μετά σιγά σιγά, ιδού. Τώρα λοιπόν, υπάρχουν βιβλία που θαυμάζω βαθιά, αλλά δεν νιώθω την επιθυμία να τα είχα γράψει. Θέλω να σας ευχαριστήσω όλους που ήρθατε και παρακολουθήσατε αυτήν την ταινία, γιατί νομίζω ότι υπάρχει ένα είδος μελαγχολίας σε αυτήν και ταυτόχρονα ποίηση, νομίζω, και αυτό είναι το μόνο που μπορούσα να φέρω… Την ποίηση των καιρών που ζούμε». Μετάφραση / επιμέλεια: Δάφνη Σκαλιώνη Υποτιτλισμός: Πέτρος Κολοτούρος