Όμοιοι ή Ίσοι;|Γράφει ο π. Παντελεήμων Χούλης
2025-07-02 06:58:52
«Η δύναμη βρίσκεται στις διαφορές, όχι στις ομοιότητες» (Steven Covey)
Κάθε φορά που τελούμαι το μυστήριο του γάμου, το αποστολικό ανάγνωσμα μας συγκινεί γιατί με αυτό συνειδητοποιούμε τη σπουδαιότητα του μυστηρίου αφού ο Χριστός και Εκκλησία ταυτίζονται με τους νεόνυμφους.
Στην εποχή μας, η συζήτηση περί ισότητας έχει αποκτήσει έναν επιτακτικό χαρακτήρα· μια αγωνία να σβηστούν οι διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους, ιδιαίτερα ανάμεσα στα δύο φύλα. Το αίτημα για ισότητα συχνά μετατρέπεται σε μια απαίτηση για ομοιότητα, λες και το ένα φύλο απειλεί την ύπαρξη του άλλου αν δεν του μοιάζει απολύτως. Όμως η Ορθόδοξη θεώρηση δεν ξεκινά από την εξίσωση των λειτουργιών ή των ρόλων, αλλά από τη μυσταγωγική αξία του προσώπου.
Από την Ισότητα στην Ομοιότητα – Ένα σύγχρονο αδιέξοδο
Η πολιτισμική πίεση να είναι τα φύλα όμοια έχει οδηγήσει σε μια βαθιά παρανόηση της έννοιας της ισότητας. Η γυναίκα και ο άνδρας, για να είναι «ίσοι», οφείλουν –σύμφωνα με το νέο ιδεώδες– να επιτελούν ίδιους ρόλους, να φέρονται με όμοιο τρόπο, να εκφράζουν τα ίδια συναισθήματα και να ζουν με πανομοιότυπα πρότυπα. Έτσι όμως, η φυσική και πνευματική ετερότητα του καθενός υποβαθμίζεται ή και αρνείται.
Αντί να αποδεχτούμε τη θαυμαστή διαφορετικότητα του ανδρικού και του γυναικείου φύλου ως πλούτο, την αντιμετωπίζουμε ως εμπόδιο για την πρόοδο ή ως κατάλοιπο πατριαρχικών δομών. Όμως κάθε μορφή βίας ή καταπίεσης δεν προέρχεται από τη διαφορά, αλλά από την άρνηση της ισότητας εντός της διαφοράς¹.
Η Ορθόδοξη Χριστιανική θεώρηση: Ισότιμα πρόσωπα, όχι ομοιότυπα σώματα
Η Ορθόδοξη Παράδοση δεν προσδιορίζει την αξία του ανθρώπου από το φύλο του, αλλά από τη θεία εικόνα που φέρει². Ο άνδρας και η γυναίκα δημιουργήθηκαν συνανθρώπινοι, όχι για να υποτάσσεται με την έννοια της ιδιοκτησίας ο ένας στον άλλον, αλλά για να γίνονται σύνοικοι της θείας χάριτος (Α΄ Πέτρ. 3,7). Η διαφορά των φύλων είναι όχι απλώς φυσική, αλλά θεολογικά προορισμένη για να φανερώνει τη σχέση, όχι την υπεροχή.
Ούτε ο άνδρας σώζεται επειδή είναι άνδρας, ούτε η γυναίκα επειδή είναι γυναίκα. Και οι δύο καλούνται στην αγιότητα, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, τη δική του μαρτυρία και αποστολή³. Η ισότητα στην Εκκλησία είναι πνευματική και σωτηριολογική. Δεν αναφέρεται σε επίγειους ρόλους αλλά στην κοινή συμμετοχή στο άκτιστο φως⁴.
Ομοιότητα χωρίς ταυτότητα: Ο κίνδυνος της εξομοίωσης
Η πίεση για ομοιότητα ανάμεσα στα φύλα, ακόμη κι αν προέρχεται από μια πρόθεση για δικαιοσύνη, οδηγεί συχνά σε αρνηση της ετερότητας, δηλαδή του δώρου του άλλου. Αν επιδιώξουμε να σβήσουμε τη διαφορετικότητα μεταξύ άνδρα και γυναίκας, χάνουμε την ιερότητα της σχέσης. Η σχέση άνδρα και γυναίκας, στην Εκκλησία, είναι εικόνα της σχέσης Χριστού και Εκκλησίας⁵, δηλαδή μια ζωντανή λειτουργική αναφορά, όχι μια σύγκριση ισχύος ή ρόλων.
Η πολιτισμική ταυτότητα του καθενός, είτε άνδρας είτε γυναίκα, διασώζεται και φωτίζεται μόνο όταν εντάσσεται στην καρδιά της Εκκλησίας, όπου το κάθε πρόσωπο είναι ανεπανάληπτο, μοναδικό και πλήρες εν Χριστώ.
Η θεραπεία: Αγάπη, διάκριση και θεολογική κατανόηση
Η Εκκλησία δεν απαντά στην παγίδα της ισοπέδωσης με κανονιστικά όρια ή παγιωμένες ιεραρχίες, αλλά με διάκριση, σεβασμό και αγάπη. Δεν απορρίπτει το αίτημα για δικαιοσύνη, αλλά το ολοκληρώνει σε θεανθρώπινο επίπεδο. Δεν προσφέρει απλώς ισότητα, αλλά θεϊκή συγγένεια· δεν απαιτεί ομοιότητα, αλλά κοινή μεταμόρφωση.
Ο κάθε άνθρωπος καλείται να γίνει πρόσωπο, να εξέλθει από τη μάζα και να αγαπήσει όχι γιατί ο άλλος του μοιάζει, αλλά γιατί ο άλλος υπάρχει. Η ισότητα θεμελιώνεται στην αγάπη· η ομοιότητα, όμως, συχνά γίνεται εργαλείο επιβολής.
Η σχέση άνδρα και γυναίκας: Μοναδική συνέχεια της θείας δημιουργίας
Η Εκκλησία δεν προσεγγίζει τη σχέση των φύλων ως κοινωνική σύμβαση ή σύστημα ρόλων, αλλά ως θεολογικό γεγονός. Ο άνδρας και η γυναίκα δεν είναι απλώς δύο «ίσα μέρη»· είναι δύο συμπληρωματικά πρόσωπα, πλασμένα το ένα για το άλλο, ώστε ενώνοντάς τα ο Θεός, να προκύπτει η φυσική και πνευματική συνέχεια της ζωής (Γεν. 1, 27-28).
Αυτή η ένωση δεν είναι απλώς βιολογική ή συναισθηματική· είναι μυστήριο. Δεν πρόκειται για μια οποιαδήποτε συντροφικότητα, αλλά για την ευλογημένη συνάντηση του αρσενικού και του θηλυκού, όπως την καθόρισε ο Δημιουργός. Από αυτήν γεννιέται και μεταδίδεται η ζωή· όχι μόνο η σωματική, αλλά και η ζωή της Χάριτος. Είναι η μόνη μορφή σχέσης που φέρει εντός της την ευλογία του Θεού ως συνέχεια της δημιουργικής Του πράξης.
Δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί η ισότητα των φύλων ανεξάρτητα από αυτή την θεόσδοτη ετερότητα. Η αγάπη δεν ισοπεδώνει τις διαφορές· τις αναδεικνύει. Και η Εκκλησία βλέπει στην ένωση άνδρα και γυναίκας εικόνα της αγάπης του Χριστού προς την Εκκλησία – μιας σχέσης προσφοράς, ταπείνωσης και πληρότητας⁶.
Κάθε άλλη ένωση ή σχέση, όσο ανθρώπινα ειλικρινής ή κοινωνικά αποδεκτή και αν φαίνεται, δεν συνιστά συνέχεια της δημιουργίας, ούτε εκφράζει το μυστήριο της εν Χριστώ κοινωνίας. Η Εκκλησία δεν κρίνει πρόσωπα· διακρίνει όμως την αλήθεια της φύσεως από τις επιθυμίες της πτώσεως. Και η αλήθεια αυτή αποκαλύπτεται μόνο μέσα στην αγάπη που αγιάζεται.
Συμπέρασμα
Η κοινωνία του αύριο δεν θα είναι πιο δίκαιη αν οι άνδρες και οι γυναίκες μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά αν αγαπούν ο ένας τον άλλον χωρίς φόβο, χωρίς ανταγωνισμό, χωρίς επιβολή. Η Εκκλησία δεν αρνείται την ισότητα των δύο φύλων, αλλά ο κόσμος δεν σώζεται με ομοιομορφία, αλλά με κοινή θέωση μέσα από τη διαφορά.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. John Milbank, Theology and Social Theory, Oxford: Blackwell, 1990.
2. Γέν. 1, 27· Ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν· ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς.
3. Γρηγόριος Νύσσης, Περὶ τοῦ κατ’ εἰκόνα, PG 44, 292-296.
4. Νικόλαος Καβάσιλας, Ἑρμηνεία τῆς θείας Λειτουργίας, PG 150, 368-477.
5. Εφεσ. 5, 23–32· Σχέσις Χριστοῦ και Ἐκκλησίας.
6. Εφεσ. 5, 31-32· «Ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν. Τὸ μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν· ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν.»