SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

ΑΜΑΛΙΑ ΓΡΑΒΒΑΝΗ : "Η Ελλάδα μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την θάλασσα που την περιβάλλει.."

Η ομιλία της στο 13ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ναυτικών Μουσείων στην Σκιάθο 2024-05-18 11:58:06
ΑΜΑΛΙΑ ΓΡΑΒΒΑΝΗ :

 

Σημαντική ήταν η συμμετοχή της Εντεταλμένης Περιφερειακής Συμβούλου Β. Σποράδων κας Αμαλίας Γραββάνη, όπου στην σύντομη ομιλία της σύνδεσε την θάλασσα με τους αγώνες, την παράδοση το παρελθόν και το μέλλον της στη χώρα μας.

 

"Να σας μεταφέρω αρχικά τους χαιρετισμούς του Πριφερειάρχη Θεσσαλίας Κου Κουρέτα και της Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Μαγνησίας Κας Αννα Μαρίας Παπαδημητρίου, οι οποίοι λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων δε μπορούν να είναι μαζί μας, αλλά θα βρίσκονται πάντα δίπλα σας, στο υπέροχο αυτό έργο που επιτελείτε.


Η Ελλάδα μας άρρηκτα συνδεδεμένη με την θάλασσα που την περιβάλλει, είναι περήφανη από αιώνες για τους ναυτικούς αγώνες της, για τους ναυπηγούς της και την ναυπηγική τέχνη που ανέπτυξαν, για τα σκαριά της, γενικά για την ναυτοσύνη της, η οποία την διατηρεί μέχρι σήμερα στις πρώτες θέσεις στο παγκόσμιο στερέωμα.

Για τους λόγους αυτούς τα ναυτικά μουσεία της Ελλάδας μας, μαζί με το διεθνές κέντρο ναυτικής έρευνας και παράδοσης «Μαρία Τσάκος», αλλά και το Ινστιτούτο Ιστορίας Ναυτιλίας και Λιμενικού Σώματος, περιγράφουν την ιστορία μας, το παρελθόν μας, το χθες του έθνους μας και χωρίς αυτό δεν υπάρχει παρόν και μέλλον!!!

Ευχαριστούμε θερμά όλους εσάς που φροντίσατε και συνεχίζετε να φροντίζετε την ιστορία μας, εσάς που μεταλαμπαδεύετε την αγάπη για την πατρίδα, εσάς που μας εκπαιδευετε για ένα μέλλον αντάξιο της ιστορίας μας και όρια το απέραντο της θάλασσάς μας. ΄

Νοιώθω πραγματικά ευγνώμων και τυχερή για τη σημερινή μου παρουσία εδώ, ανάμεσα σε ανθρώπους που αξίζουν πραγματικά συγχαρητήρια για την ίδρυση, την διατήρηση και την φροντίδα αυτών των μουσείων.

Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω με τους στίχους του αγαπημένου μου ποιήματος του ΜΑΤΡΟΖΟΥ, που περιγράφει την συνάντηση δύο γιγάντων της ναυτοσύνης, των καπεταναίων ΜΑΤΡΟΖΟΥ , ενός Σπετσιώτη αγωνιστή, φτωχού ζητιάνου και του ΚΑΝΑΡΗ όταν ήταν υπουργός.

 

«Ἐδῶ τί θέλεις, γέροντα;» ρωτᾷ τὸν καπετάνο
στὸ ὑπουργεῖον ἐμπροστὰ κάποιος θαλασσινὸς
ντυμένος στὰ χρυσά. «Παιδί μου, εἶναι πάνω
ὁ Κωνσταντής;». «Ποιὸς Κωνσταντής;». «Αὐτός... ὁ Ψαριανός».
«Δὲ λὲν κανένα Ψαριανό, ἐδῶ εἶναι Ὑπουργεῖο,
νὰ ζητιανέψῃς πήγαινε μὲς στὸ φτωχοκομεῖο!».

Ὁ γέρος ἀνασήκωσε τὸ κάτασπρο κεφάλι
καὶ τὰ μαλλιά του ἐσάλεψαν σὰν χαίτη λιονταριοῦ
καὶ μὲ σπιθόβολη ματιὰ μὲς ἀπ᾿ τὰ στήθια βγάνει
μὲ στεναγμὸ βαρύγνωμο φωνὴ παλληκαριοῦ:
«Ἂν οἱ ζητιάνοι σὰν κι ἐμὲ δὲν ἔχυναν τὸ αἷμα,
οἱ καπετάνοι σὰν καὶ σὲ δὲν θὰ φοροῦσαν στέμμα!»

Τότε ὁ Κανάρης ποὺ ἄκουσε φιλονικία κάτου,
στὸ παραθύρι πρόβαλε νὰ δεῖ ποιὸς τὸν ζητεῖ
καὶ τὸ νησιώτη βλέποντας λαχτάρησε ἡ καρδιά του
καὶ νά ῾ρθει ἐπάνω διέταξε μὲ τὸν ὑπασπιστή.
Κάτι ἡ φωνὴ τοῦ γέροντα τοῦ ἐξύπνησε στὰ στήθη,
κάτι ποὺ μοιάζει μὲ ὄνειρο μαζὶ καὶ παραμύθι.

Τὸν κοίταξε τὰ μάτια του μὲς στὰ μακριά του φρύδια,
Ποὺ μοιάζανε σὰν ἀετοὺς κρυμμένους στὴ φωλιά,
στὸν καπετάνο ἐφάνηκαν μὲ τὴν φωτιὰ τὴν ἴδια,
ὅταν τὰ ἐφώτιζε ὁ δαυλὸς τὰ χρόνια τὰ παλιά.
Κι ἕνας τὸν ἄλλο κοίταζε κατάματα οἱ δυὸ γέροι,
ὁ ἡμίθεος τὸν γίγαντα, ὁ ἥλιος τὸ ἀστέρι."