SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Τάσος Λειβαδίτης Ο ποιητής των ονείρων 20.4.1922-30.10.88 | γράφει η Στέλλα Λεοντιάδου

2024-04-20 21:03:22
Τάσος Λειβαδίτης Ο ποιητής των ονείρων 20.4.1922-30.10.88 | γράφει η Στέλλα Λεοντιάδου

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Τάσος Λειβαδίτης (Αναστάσιος Παντελεήμων Λειβαδίτης), ο ποιητής των ονείρων, ο διαχρονικός ποιητής που έμελλε να αφήσει το γλαφυρό αποτύπωμα της πένας του όχι μόνον στους αναγνώστες της εποχής του, αλλά και σε όσους, τα μεταγενέστερα χρόνια, διάβασαν την ποίησή του και λάτρεψαν τη λυρική συναρπαστική γραφή του με την καρδιά και το πνεύμα τους, καθώς κάθε του λέξη, κάθε έννοια και κάθε εικόνα γραφής είναι τόσο οικεία, τόσο απίστευτα σαγηνευτική, μα και τόσο αληθινή και ανθρώπινη!

Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά τελικά τον κέρδισε η ποίηση.

Το 1943, όταν η Ελλάδα βρισκόταν εν μέσω Κατοχής, ο Τάσος Λειβαδίτης υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά Μέλη της Ένωσης Νέων Ελλήνων Λογοτεχνών. Το 1948 συνελήφθη και εξορίστηκε στο Μούδρο. Μετά το Μούδρο έζησε ως εξόριστος για έναν χρόνο στη Μακρόνησο, όπου ξεκίνησε να γράφει το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου». Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στον Άη Στράτη και έπειτα, στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα. Αφέθηκε ελεύθερος τον Φεβρουάριο 1955 λόγω αμφιβολιών.

Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1946, δηλαδή δύο χρόνια πριν εξοριστεί. Πολλά από τα ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί.

Αποκαλείται “ο ποιητής του έρωτα και της επανάστασης”, καθώς εκφράσθηκε με εξαιρετικό λυρισμό αλλά και πάθος και για τους δύο αγαπημένους θεματικούς τομείς της ποίησης. Το ύφος του μοναδικό, ο ποιητής αφήνει τα προσωπικά εκφραστικά του αποτυπώματα και πνευματικά του ίχνη στο μυαλό του αναγνώστη, ο οποίος θα τον αναγνωρίσει από αυτά στην επόμενη ανάγνωση, άλλης γραφής.

Στις καθημερινές στιγμές αποζητά το τέλειο, να το μετουσιώσει σε ύμνο της ψυχής, να εξυψώσει την αγάπη, να της δώσει δύναμη να αντέξει τα δεινά του κόσμου τούτου.

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή……” να τρυπώσει στις ψυχές, στις καρδιές και στο μυαλό των ανθρώπων, να τους αιχμαλωτίσει στον τρόπο σκέψης του, να δουν, όπως κι εκείνος, το φως και την ευτυχία στα απλά, στα καθημερινά. Να νιώσουν ως τα κατάβαθα της ψυχής τους την ομορφιά των απλών στιγμών που θεωρούν δεδομένες, να στοχαστούν τους επαναστατικούς παλμούς της καρδιάς τους, τη συναρπαστική αιχμαλωσία του νου, το ανέγγιχτο όνειρο, την ατελεύτητη ελπίδα.

Κι όλοι μαζί να αναλογιστούμε την απεραντοσύνη του σύμπαντος και την δειλία μας να δούμε την αλήθεια “Μεγάλα λόγια που φωνάξαμε στους δρόμους, μικρές αλήθειες που αποσιωπήσαμε στον εαυτό μας”, τη δύναμη του πνεύματος που κατορθώνει το ακατόρθωτο “κι οι ποιητές κοιμούνται σαν τους κλέφτες, με το αυτί τεντωμένο στην άγνωστη λέξη”, την ευλογία της εύρεσης της αδελφής ψυχής “Σ’ εύρισκα, αγαπημένη, στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων” και τον απολογισμό της ζωής μας όταν δειλοί και φοβισμένοι κάνουμε πίσω στις επιλογές και τις άκρατες επιθυμίες μας “Όλα όσα αρνηθήκαμε αυτό είναι το πεπρωμένο μας”, “Εμείς σερνόμαστε συντριμμένοι απ’ το μεγαλείο όλων αυτών που δεν πράξαμε”, που γίνονται οι ανοιχτές πληγές της καρδιάς μας.

Ο λόγος του είναι άμεσος, καθημερινός, ειλικρινής και αποκαλυπτικός, σκάβει στα βαθύτερα στρώματα του μυαλού και της ψυχής και φέρνει στην επιφάνεια τις αλήθειες που κρύβουμε και δεν θέλουμε ή φοβόμαστε να παραδεχτούμε “Το ρόλο μας τον διαλέξαμε οι ίδιοι εμείς την πρώτη μέρα που διστάσαμε να πάρουμε μιάν απόφαση ή που σταθήκαμε εύκολοι σε μιάν αναβολή”.

Σεμνός, χαμηλών τόνων, λατρεύτηκε από το κοινό του και εξακολουθεί να συγκινεί και σήμερα, στον αιώνα της ταχύτητας, όπου ο χρόνος είναι πολύτιμος και αποτιμάται εις χρήμα, η ποίησή του είναι αξιοζήλευτη και αποτιμάται σε ακανόνιστους κτύπους καρδιάς, κοφτές ανάσες που πάλλονται και συναρπαστικές δονήσεις εγκεφάλου που θα δοκιμάσουν τις αντοχές των συναισθημάτων τους, καθώς θα διαβάζουν τους αγαπημένους στίχους του…

Στέλλα Λεοντιάδου

Φωτογραφία OFFLINE POST

...Γιατί απλά κάποιοι άνθρωποι

είναι τόσο πολύ ξεχωριστοί,

που αξίζει να ζεις,

μόνο και μόνο

για να τους συναντήσεις,

κάποτε…

Αφήστε ένα φως αναμμένο μέσα στη νύχτα...

για να μη χάσουν τον δρόμο τα όνειρά σας…

Γιατί εγώ, αγαπημένη, σου χρωστάω κάτι
πιο πολύ απ’ τον έρωτα,
εγώ σου χρωστάω το τραγούδι και
την ελπίδα, τα δάκρυα και πάλι την ελπίδα.
Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή…

κι οι ποιητές κοιμούνται σαν τους κλέφτες,

με το αυτί τεντωμένο στην άγνωστη λέξη.

κι αυτούς τους λίγους στίχους χρειάστηκε

ένα ολόκληρο θησαυροφυλάκιο πόνου

για να τους αποσπάσω

Κι η ποίηση είναι η νοσταλγία μας

για κάτι ακαθόριστο που ζήσαμε κάποτε μες στ’ όνειρο

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες — μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.

οι επαναστάτες είναι ανήσυχοι για το μέλλον,

οι εραστές για το παρελθόν,

οι ποιητές έχουν επωμιστεί και τα δυό

ο ποιητής χάνεται για μια λέξη, οι εραστές για μιάν απάντηση

Όλα τελειώνουν κάποτε.

Λοιπόν, αντίο!

Τα πιο ωραία ποιήματα δε θα γραφτούν ποτέ…

Κύριε,

αδίκησες τους ποιητές,

δίνοντάς τους μόνο έναν κόσμο

Ώ ποίηση είσαι η αρχή του μεγάλου

ονείρου μας και το τέλος του μικρού μας

ταξιδιού.

Κι η ποίηση: ένα παιχνίδι που τα χάνεις όλα

για να κερδίσεις ίσως ένα άπιαστο αστέρι.

ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ (1952)

Δωσ’ μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.

Ένιωσες ξαφνικά ένα χέρι να ψαχουλεύει στο σκοτάδι

και να σφίγγει το δικό σου χέρι.

Κι ήταν σα νά ‘χε γεννηθεί ή πρώτη ελπίδα πάνω στη γη.

Σ’ εύρισκα, αγαπημένη, στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.

Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου

αγαπημένη μου.

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.

Ήξερες να δίνεσαι, αγάπη μου. Δινόσουνα ολάκερη

και δεν κράταγες για τον εαυτό σου

παρά μόνον την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΤΑΜΠΟΥΡΛΟ (1956)

Μας φτάνει να μιλήσουμε

απλά

όπως πεινάει κανείς

απλά

όπως αγαπάει

απλά

όπως πεθαίνουμε

απλά.

Πεινάμε κι οι δυό για ένα χαμόγελο

και μια μπουκιά ήσυχο ύπνο.

Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις

χτύπα με αλλού

μη σημαδέψεις την καρδιά μου.

Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.

Δεν θά ‘θελα να το λαβώσεις.

 

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΡ. 1 (1957)

και τα μάτια σου βουρκώνουν, θαμπωμένα ξαφνικά

από παλιούς λησμονημένους θεούς

και παντοδύναμες παιδικές ευπιστίες…

και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι

και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απ’ τον άλλον.

Γιατί ο έρωτας

είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν.

Συχώρα με, αγάπη μου, που ζούσα πριν σε γνωρίσω.

μισώ τα μάτια μου που πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου

υποκριτές, φιλόδοξοι, μικρόψυχοι, εγωιστές, δειλοί

εμείς κρατάμε μες στα ένοχα παράφορα τούτα χέρια

τις τύχες του κόσμου.

 

ΚΑΝΤΑΤΑ (1960)

Αύριο”, λες,

και μέσα σ’ αυτήν τη μικρή αναβολή παραμονεύει ολόκληρο

το πελώριο ποτέ.

Και μόνο εκείνη η γυναίκα, θά ‘ρθει η αναπότρεπτη ώρα,

μια νύχτα, που θα νιώσει με τρόμο ξαφνικά,

πως στέρησε τον εαυτό της απ’ την πιο βαθιά,

την πιο μεγάλη ερωτική πράξη

μην αφήνοντας έναν άντρα να κλάψει στα πόδια της.

Κι όπως αργά, μεσάνυχτα, γυρίζαμε στα σπίτια μας τρεκλίζοντας,

δεν ήμασταν μεθυσμένοι. Γυρίζαμε βαριοί απ’ τις αλήθειες.

Είπαμε ψέματα από φόβο

κι ύστερα είπαμε ψέματα, έτσι από συνήθεια.

Ή κάποτε είπαμε και την αλήθεια, μα δε μας πίστεψαν.

σ’ αναζητάω

σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας

σ’ ένα σπίτι που έπιασε φωτιά.

Γιατί ο πόνος, ο απέραντος ανθρώπινος πόνος,

σ’ ανασηκώνει πάνω απ’ τον εαυτό σου.

Λόγια που τα προμελετήσαμε, μα που όταν ήρθε η ώρα

δώσαν τη θέση τους σε μια δειλή σιωπή

νά ‘σαι τόσο πρόσκαιρος, και να κάνεις όνειρα

τόσο αιώνια!

 

25η ΡΑΨΩΔΙΑ Της ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ (1963)

όσα δε ζήσαμε

αυτά μας ανήκουν

ΠΟΙΗΜΑΤΑ (1958-1964)

...οι ερωτικές κραυγές μας

τινάζονταν μέσα στον ουρανό σα μεγάλα γιοφύρια

απ’ όπου θα περνούσαν οι αιώνες – α, για να γεννηθείς εσύ, κι εγώ

για να σε συναντήσω

γι’ αυτό έγινε ο κόσμος.

Όταν λες: μισώ, ο πρώτος φόνος του κόσμου ξαναγίνεται μέσα σου

η αμαρτία μας: ότι θελήσαμε πολλά,

το έγκλημά μας: πράξαμε τόσα λίγα

Δόθηκα στα πιο μεγάλα ιδανικά, μετά τ’ απαρνήθηκα,

και τους ξαναδόθηκα ακόμα πιο ασυγκράτητα.

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΙ (1966)

Μεγάλα λόγια που φωνάξαμε στους δρόμους

μικρές αλήθειες που αποσιωπήσαμε στον εαυτό μας

και μέναμε κι οι δυο μετέωροι κι ολομόναχοι, κρεμασμένοι απ’ την

αρπάγη μιας ασυνάντητης ηδονής…

Το ρόλο μας τον διαλέξαμε οι ίδιοι εμείς την πρώτη μέρα

που διστάσαμε να πάρουμε μιάν απόφαση ή που σταθήκαμε εύκολοι

σε μιάν αναβολή.

 

Όλα όσα αρνηθήκαμε αυτό είναι το πεπρωμένο μας.

τα βήματα μιας μεγάλης ώρας που προσπαθήσαμε ν’ αποφύγουμε

τα βήματα μιας μικρής θυσίας που δεν τολμήσαμε να κάνουμε

 

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ (1972)

όταν βράδιασε, άδειασα τα παπούτσια μου απ’ όλους τους δρόμους

κι έπεσα να κοιμηθώ

Σαν τον τρελό που, κλειδωμένο στο κελί του, ζωγράφισε στον τοίχο μια πόρτα κι έφυγε.

γιατί την ώρα που πεθαίνεις, σαν ένας φονιάς που απομακρύνεται βιαστικά,

φεύγει από μέσα σου ο άγνωστος που υπήρξες.

Κανείς δε θα μάθει ποτέ με πόσες αγρύπνιες συντήρησα τη ζωή μου

 

ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ

Κανείς δε μας συγχώρησε που ζήσαμε σιωπηλοί

αυτό το άστρο στον ουρανό

είναι η πέτρα πού ‘χαμε στο στόμα, μην και ξεφύγει ο στεναγμός μας.

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑΣ (1979)

Τόσα άστρα κι εγώ να λιμοκτονώ.

όπως μια γυναίκα που δεν τη γνώρισες ποτέ κι όμως θα πρέπει

κάποτε νά ‘χατε αγαπηθεί πολύ

ήταν κάτι πολύ ωραίο για να διαρκέσει

Έτσι έζησα όλη μου τη ζωή κρύβοντας τα χέρια μου σ’ αυτά τα

κουρέλια.

Κι ας νομίζουν οι άλλοι ότι επαιτώ…

Κι ίσως όταν θα ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου ο ένας τον άλλον.

Έτσι που επιτέλους να μπορέσουμε να γνωριστούμε.

είναι η μαγεία που έχουν οι λέξεις όταν δε θέλουν να πουν τίποτα,

όπως και το παράδοξο αυτό ταξίδι μας μέσα στον κόσμο δε θά ‘χε

καμιά σημασία αν ήταν αληθινό.

Ο ΤΥΦΛΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΛΥΧΝΟ (1983)

Αν έχασα τη ζωή μου είναι γιατί πάντα είχα μιαν άλλη ηλικία απ’ την αληθινή

Ποτέ δε φανταζόμουν ότι τόσες πολλές μέρες κάνουν μια τόσο λίγη ζωή.

ώσπου ξημέρωνε

κι ερχόταν ένας καινούργιος πόνος να με σώσει απ’ τον παλιό.

πιστεύω στα ωραία πουλιά που πετάγονται μέσ’ απ’ τα πιο πικρά βιβλία

πιστεύω στο φίλο που συναντάς άξαφνα μέσα σ’ ένα παραμύθι

πιστεύω στο απίστευτο που είναι η πιο αληθινή μας ιστορία

ζήσαμε με χαμένα όνειρα και σκοτωμένη μουσική…

και πάνω στις τζαμαρίες των σταθμών δεν είναι η βροχή,

αλλά τα απραγματοποίητα ταξίδια που κλαίνε

κι αυτό το ωραίο όνειρο μας πήγε τόσο μακριά που δεν ξαναβρήκαμε το δρόμο

με τα ρολόγια σταματημένα στη μοναδική ώρα: την ώρα που αργήσαμε

μου είναι απαγορευμένο να πω το τέλος μιας ιστορίας

που δεν άρχισε ποτέ.

Οι άνθρωποι βιάζονται: έγνοιες, βιοτικές συνθήκες, όνειρα, συμβιβασμοί

πού καιρός να γνωρίσουν τη ζωή τους.

Γι αυτό σου λέω, μην κοιμάσαι: είναι επικίνδυνο.

Μην ξυπνάς: θα μετανοιώσεις

Κι όταν πεθάνουμε να μας θάψετε κοντά κοντά

για να μην τρέχουμε μέσα στη νύχτα να συναντηθούμε.

μα ευλογημένοι αυτοί που τα δώσανε όλα κι ύστερα κοίταξαν έν’ άστρο

σαν τη μόνη ανταπόδοση.

 

ΜΙΚΡΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΟΝΕΙΡΑ (1987)

Α, έχασα τις μέρες μου

αναζητώντας τη ζωή μου

Οι πιο ωραίες ιστορίες είναι αυτές που δε θα τις διηγηθεί ποτέ κανείς.

Και πεθαίνουμε στερημένοι σ’ έναν παράδεισο από λέξεις.

και συνήθως σκοτώνουμε το παρόν με το φόβο ή την τύψη

μα πιο πολύ με τ’ όνειρο

Εμείς σερνόμαστε συντριμμένοι απ’ το μεγαλείο όλων αυτών που δεν πράξαμε.

κι ο έρωτας είναι η τρέλα μας μπροστά στο ανέφικτο να γνωρίσει ο ένας τον άλλον

Ολόκληρη η ζωή μου δεν ήταν παρά η ανάμνηση ενός ονείρου μέσα σε ένα άλλο όνειρο.

κι η μουσική σκέφτομαι είναι η θλίψη εκείνων που δεν πρόφτασαν ν’ αγαπήσουν.

τόσα φθινόπωρα και δε γνωρίσαμε ακόμα την ψυχή μας

οι ερωτευμένοι παντρεύτηκαν και τώρα γερνάνε ανάμεσα σε ανθρώπους ξένους

Ώ εσείς που ναυαγήσαμε σε θάλασσες που δεν ταξιδέψατε ποτέ!

Μόνον αφήστε με μέσ’ στ’ όνειρο, γιατί εκεί κανείς δεν πεθαίνει.

Κι όταν ένα παιδί κοιτάει μ’ έκσταση το δειλινό, είναι που αποθηκεύει θλίψεις για το μέλλον.

Ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει...

Κάποτε θα μας πνίξουν τόσα ανείπωτα λόγια.

Εκεί που τελειώνουν τα όνειρα, εκεί αρχίζει η ζωή μας…

Οι αναμνήσεις μας πηγαίνουν πιο μακριά απ’ αυτά που ζήσαμε

Μεγάλα ηλιοβασιλέματα του άφησαν τόση λάμψη στα μάτια, που η γλώσσα του είναι άχρηστη.

Τ’ άστρα ήταν το πρώτο μας αναγνωστικό.