Θα ισχύσει από τον Φεβρουάριο και θα επηρεάσει τις απολαβές 400.000 µισθωτών.
Το δεύτερο 15νθήµερο του Ιανουαρίου περνά από το Υπουργικό Συµβούλιο η αύξηση του κατώτατου µισθού, η οποία θα συµπαρασύρει και τις αποδοχές όσων αµείβονται µε τον υποκατώτατο, καθώς και µια σειρά από επιδόµατα και αµοιβές, διαµορφώνοντας νέο τοπίο στις αποδοχές του ιδιωτικού τοµέα.
Σύµφωνα µε πληροφορίες του «Εθνους της Κυριακής» από κυβερνητικές πηγές, η αύξηση του κατώτατου µισθού, που σήµερα είναι 586,08 ευρώ µεικτά για άγαµο, νεοπροσλαµβανόµενο, χωρίς προϋπηρεσία και χωρίς ειδικότητα, δεν αποκλείεται να «κλειδώσει» κοντά στην περιοχή των 50 ευρώ, γεγονός που σηµαίνει ποσοστιαία αύξηση κοντά στο 8% και εντός της περιοχής 6%- 10%.
Στην πράξη αυτό σηµαίνει πως ο νέος κατώτατος, που θα ισχύει από τον ερχόµενο Φεβρουάριο για όλους χωρίς ηλικιακές διακρίσεις, αναµένεται να διαµορφωθεί κοντά στην περιοχή των 630 ευρώ. Ο νέος, αυξηµένος κατώτατος µισθός θα ισχύει και για τους νέους έως 25 ετών, οι οποίοι σήµερα εµπίπτουν στην περιοχή του υποκατώτατου των 510 ευρώ µεικτά. Αυτό θα έχει ως συνέπεια οι νέοι να έχουν τη µεγαλύτερη αύξηση από όλους τους µισθωτούς, καθώς θα οδηγηθούν κατευθείαν στον νέο αυξηµένο µισθό, καταγράφοντας βελτίωση των εισοδηµάτων τους άνω του 15%-20%.
Για την μερική απασχόληση
Από την αύξηση του κατώτατου θα επηρεαστούν και αποδοχές µισθωτών που εργάζονται µε µερική απασχόληση, εκτός και αν εµπίπτουν σε κλαδική σύµβαση που ορίζει υψηλότερους µισθούς. Συνεπώς µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο η επικείµενη αύξηση του Ιανουαρίου αναµένεται να επηρεάσει άµεσα ή έµµεσα τουλάχιστον 400.000 µισθωτούς. Οι 200.000 εξ αυτών αµείβονται σήµερα µε µισθούς 500 έως 600 ευρώ, ενώ άλλοι 200.000 υπολογίζεται πως εργάζονται µε µερική απασχόληση και εισπράττουν µισθό που εξαρτάται από τον κατώτατο ή εµπίπτει στην περιοχή του.
Η αύξηση του κατώτατου θα συµπαρασύρει επίσης το επίδοµα ανεργίας του ΟΑΕ∆, όπως και µια σειρά από άλλα επιδόµατα και βοηθήµατα του Οργανισµού, ενώ αναµένεται να συµπαρασύρει και τον µέσο µισθό, µε θετικό αντίκτυπο στη µείωση της µισθολογικής ανισότητας και στα ποσοστά φτώχειας. Ο κατώτατος µισθός λειτουργεί ως ελάχιστο «κατώφλι» για τις µηνιαίες αποδοχές των µισθωτών αλλά και τα ηµεροµίσθια των εργατών στον ιδιωτικό τοµέα. Υπενθυµίζεται πως επί του ποσού του µισθού υπολογίζονται ποσοστιαία τα «παγωµένα» επιδόµατα προϋπηρεσίας, όπως επίσης και το επίδοµα γάµου 10% λόγω υπαγωγής στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύµβασης Εργασίας.
Με ρήτρα του 2012 έχει ανασταλεί η προσαύξηση του µισθού για προϋπηρεσία που συµπληρώνεται µετά τις 14 Φεβρουαρίου 2012, έως ότου η ανεργία πέσει κάτω από 10%. Οσοι ωστόσο είχαν έως το 2012 συµπληρώσει πάνω από µία τριετία προϋπηρεσίας δικαιούνται προσαύξηση 10% για κάθε τριετία και έως τρεις τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 9 ετών και άνω. Με αντίστοιχο τρόπο το κατώτατο ηµεροµίσθιο των εργατοτεχνιτών προσαυξάνεται 5% για κάθε τριετία προϋπηρεσίας έως τον Φεβρουάριο του 2012 και έως έξι τριετίες και συνολικά 30% για προϋπηρεσία 18 ετών και άνω.
Το πόρισμα
Τα επόµενα 24ωρα πρέπει να παραδοθεί στο υπουργείο Εργασίας το Σχέδιο Πορίσµατος ∆ιαβούλευσης σχετικά µε τις δυνατότητες προσαρµογής του βασικού µισθού, το οποίο πάντως δεν είναι δεσµευτικό. Υπενθυµίζεται πως η διαδικασία έχει ξεκινήσει από τον Σεπτέµβριο. Τη σύνταξη του τελικού πορίσµατος, το οποίο εµπεριέχει τεκµηρίωση ως προς την κατάσταση της οικονοµίας και της αγοράς εργασίας, έχει αναλάβει “µελής «επιτροπή σοφών», η οποία θα εισηγηθεί ποσοστιαίο εύρος αναπροσαρµογής.
Ακολούθως η υπουργός Εργασίας, Εφη Αχτσιόγλου, θα εισηγηθεί τον νέο βασικό µισθό στο Υπουργικό Συµβούλιο το δεύτερο 15νθήµερο του Ιανουαρίου. Η απότοµη αύξηση του µισθολογικού κόστους για τους νέους εργαζόµενους αναµένεται να µετριαστεί από το µέτρο της επιδότησης των εισφορών που ξεκινά από το 2019 και προβλέπει επιδότηση 50% των εργοδοτικών εισφορών κύριας σύνταξης (6,66%) για τους νέους έως 24 ετών. Στην Πορτογαλία, πάντως, το µοντέλο της οποίας αντιγράφει εν πολλοίς η Ελλάδα, η κατάργηση του υποκατώτατου µισθού οδήγησε σε µια αύξηση της τάξεως του 50% για το διαθέσιµο εισόδηµα των νέων και παρ’ όλα αυτά δεν µετρήθηκε αντίστοιχου εύρους ή έστω ισχνότερη αύξηση των απολύσεων - παραιτήσεων των νέων από τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τοµέα.