SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Ο Αντώνης Μιτζέλος γράφει για τον μεγάλο εικαστικό Γιάννη Τσαρούχη 36 χρόνια μετα το φευγιό του

2025-07-21 09:01:27
Ο Αντώνης Μιτζέλος γράφει για τον μεγάλο εικαστικό Γιάννη Τσαρούχη 36 χρόνια μετα το φευγιό του
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ. Η έδρα των Τερμιτών, επομένως και η δική μου, κατά την δεκαετία του 1980 ήταν στα Αναφιώτικα και στην πλατεία Φιλομούσου Εταιρίας στην Πλάκα, όπου πάρα πολλοί μουσικοί, ποιητές, συγγραφείς, ζωγράφοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί και γενικώς άνθρωποι του πνεύματος και της δημιουργίας αποτελούσαν τότε μια μεγάλη ομάδα φίλων που έδρασε αλληλοεπηρεαζόμενη και με ορατά αποτελέσματα. Κάποιοι από αυτούς που υπήρξαν και προσωπικοί μου φίλοι και με επηρέασαν με τον λόγο τους ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Γιάννης Πετρίδης, ο Νίκος Καρούζος, ο συγγραφέας Αρίων ο κατά κόσμον Γεώργιος Νασιάκος κ.α.
 
Σοφότερος όλων, ο Γιάννης Τσαρούχης που αναλήφθηκε στο Πάνθεον των αθανάτων σαν σήμερα στις 20 Ιουλίου 1989. Θρήνησε τότε όλη η Ελλάδα και η καλλιτεχνική οικογένεια της χώρας. Μόλις είχαν διαλύσει και οι Τερμίτες μετά από την αποχώρηση του Μαχαιρίτσα. Ο Τσαρούχης ήταν από τους πρωτοστάτες στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης. Παγκόσμια! Ενσάρκωσε στις καλλιτεχνικές δημιουργίες του το ιδανικό της ελληνικότητας με τρόπο αβίαστο και λειτουργικό. Δεν παρέλειψε και να σκηνογραφεί αρχαιοελληνικές τραγωδίες. Η πνευματική – συγγραφική παραγωγή του υπήρξε «απαστράπτουσα και «ερεθιστική». Ήταν ένας ιδιόρρυθμος χαρακτήρας μα και χαρισματικός δημιουργός, με ασύγκριτο πάθος και αγάπη για τα έργα του. Προλογίζοντας το βιβλίο του «Λίθον ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες» (εκδόσεις Καστανιώτη) έγραφε:
«Η λογοκρισία και η συστηματική και αντιπαθητική καλλιέργεια της περιττής ελευθερίας είναι πράγματα ύποπτα και αποκρουστικά. Και ο πιο ασήμαντος άνθρωπος καταλαβαίνει πως δεν έχουν καμιά σχέση με το αγνό και φρικτό μυστήριο της ζωής. Αν την πάρουμε, παρά τα τόσα βάσανά της, σαν ένα δώρο θεϊκό… Δεν με φοβίζει η ελευθερία ή η τολμηρότης ή ο πειραματισμός, με τρομάζει η αναισθησία και αυτού του είδους η contection και η τυποποίηση ενός πράγματος, που έπρεπε να είχε κρατήσει την αιχμηρότητα της διαλεκτικής».
 
Ήταν διαπρεπής ζωγράφος, σκηνογράφος, ενδυματολόγος και σκηνοθέτης. Μας μιλούσε για την τέχνη, για τους αρχαίους φιλοσόφους και για τους φωτεινούς του φίλους όπως τον Καββαδία, τον Τσιτσάνη και τον Μάρκο Βαμβακάρη. Αγαπούσε το ρεμπέτικο. Όταν τον ρωτούσαμε περί αισθητικής μας απαντούσε: – Αισθητική είναι η ορθογραφία… Ήταν όντως Ελίτ κατέχοντας ένα δυσανάλογο μερίδιο πνευματικού πλούτου ενώ η ζωγραφική του είχε πάντα την ασκητική της διάσταση. Στον Τσαρούχη που πέρασε πλέον «στο επίπεδο του μύθου» με την υποδειγματική προσφορά του στην ζωγραφική και το θέατρο, χρωστάμε μεγάλο μέρος από όσες εμπειρίες έπλασαν την αυτογνωσία μας, όταν ακόμα μπορούσαμε να ονειρευόμαστε. Διατήρησε μια οξύτατα κριτική στάση απέναντι στο μικροαστισμό μιας κοινωνίας, που αποζητούσε τις ανέσεις της εύκολης διαβίωσης. Στο έργο του Γιάννη Τσαρούχη εκφράζεται κυρίως η χαρά και το θαύμα της ζωής. Αυτή είναι και η ουσία του. Με πολλαπλές επιρροές από την ελληνιστική και βυζαντινή τέχνη, την τέχνη της Αναγέννησης και των νεότερων χρόνων διαμόρφωσε ένα ιδιαίτερο προσωπικό ύφος και απεικόνισε τοπία, νεκρές φύσεις, γυμνά και αλληγορικές σκηνές. Το ενδιαφέρον του όμως εντοπίστηκε στην ανθρώπινη μορφή, δημιουργώντας πορτρέτα αλλά και σκηνές με ναύτες και στρατιώτες. Προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες. Σαν ζωγράφος ασχολήθηκε και με το ζήτημα του ομοφυλοφιλικού έρωτα, που εμφανιζόταν κάπως συγκεκαλυμμένο σε ορισμένα έργα του. Αν και η εποχή ήταν πιο συντηρητική από σήμερα, ο Τσαρούχης και η θεματολογία του αντιμετωπίστηκαν με σεβασμό.
 
Υπήρξε όμως παράλληλα ερωτευμένος και με την Σαπφώ Νοταρά! Της είχε κάνει μάλιστα και πρόταση γάμου! Αυτή, νομίζοντας πως της έκανε πλάκα τον απέρριψε, μετανιώνοντας μετά από 28 χρόνια!
– Στην Ελλάδα είναι πιο εύκολο να κλέψεις από το να χαρίσεις. Έλεγε ο Τσαρούχης κι είχε δίκιο. Ο Γιάννης Ρίτσος αναφέρει: «Η γνώση στον Τσαρούχη βγαίνει μέσα από το πάθος, η γνώση του είναι προσωπική, βιωματική εμπειρία ζωής, αισθησιακής συμμετοχής, συναναστροφής, συνομιλίας, χωρίς ποτέ το πάθος να κατακλύζει και να καταστρέφει το έργο.» Οι πίνακές του περικλείουν αφομοιωμένα πολλά λαϊκά και λαογραφικά στοιχεία, ιδιαίτερα του λιμένος του Πειραιά. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή και ιδιαίτερα στη Γαλλία. «Προσπαθώ να κρατώ ακμαία την αγάπη μου για τον άνθρωπο, αυτό είναι το κυριότερο», έλεγε ο ίδιος.
Τα πρώτα του έργα τα εξέθεσε το 1929 στο Άσυλο Τέχνης μετά φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου κατά τα έτη 1929–1935, με καθηγητές τους Ιακωβίδη, Βικάτο και Παρθένη. Παράλληλα, κατά το διάστημα 1931–1934, μαθήτευσε κοντά στον Φώτη Κόντογλου, ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή αγιογραφία, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Αργότερα, συνεχίζει τις σπουδές του στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Αξίζει να αναφερθώ στη βοήθεια του Ιόλα που τον ενέπνευσε να ζωγραφίσει νεοκλασικά κτίρια και ναύτες. Υπήρξε παράλληλα και καλός ψάλτης. -- «Γεννήθηκα στον Πειραιά, όπου το φως είναι αργυρό και χρυσό. (…) Έμαθα πολλά από πολλούς, όμως θα ήμουν ένα τίποτα αν δεν είχα δει μικρό παιδί το εξαίσιο φως του Πειραιώς…» Μαζί με τους Δημήτρη Πικιώνη, Φώτη Κόντογλου και Αγγελική Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης. -«Ο καθένας από αυτούς μούδωσε την χαρά και την πίκρα της γνώσεως» έλεγε ο Γιάννης. Δάσκαλοί μου ήταν ο Παρθένης, ο Κόντογλου, ο Πικιώνης. Δάσκαλοι υπό την ευρύτερη σημασία ο Παπαδιαμάντης, ο Σολωμός, ο Κάλβος, ο Χαλεπάς και ο Καβάφης. Όλοι αυτοί ήταν πληροφοριοδότες, παρά τη μεγάλη τους δόξα, ισάξιοι των ανώνυμων και ταπεινών που μου έμαθαν τα πιο πολλά. Μέρος των παιδικών του χρόνων (1920-1925), το ανήσυχο παιδί με το αστραφτερό βλέμμα, το πέρασε στην πολυτελή έπαυλη της οικογενείας Μεταξά, κοντά στη θεία του Δέσποινα Μεταξά, η οποία ήταν αδερφή της μητέρας του. Ένα αριστουργηματικό κτήριο του Ernst Ziller που παραμένει στολίδι του Πειραιά. Πολύ κοντά από το πατρικό μου σπίτι στο Πασαλιμάνι. «Τι νέα; τι γίνεται στον Πειραιά; Ήταν πάντα η πρώτη του ερώτηση.
 
Οι ατάκες του σοφότατες, βαθυστόχαστες και επί της ουσίας. Πάντα τον άκουγα να μας μιλάει με θαυμασμό. Ε, δεν ήμουν και ο μόνος, αφού όλη η Ελλάδα περίμενε την άποψη του σε κάθε σπουδαίο γεγονός της εποχής. – Η Ελλάδα ζει από τις εξαιρέσεις.
– Η Ελλάδα είναι ωραία ως σκηνικό, αλλά όχι ως παράσταση.
– Η Ελλάδα δεν είναι ούτε ανατολή, ούτε δύση, γι’ αυτό είναι υπό διωγμό.
– Στην Ελλάδα είναι πιο εύκολο να κλέψεις από το να χαρίσεις.
– Δεν έχω καμιά σχέση με τα κόμματα. Ουδέποτε ανήκα πουθενά, διότι είμαι κι εγώ άπιαστος όπως η Ελληνικότητα.
 
Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε για τον Γιάννη Τσαρούχη:
«Κάτι θα `πρεπε να γίνεται στον ουρανό
που να το πιάνει κανένας με το σώμα
σαν ονείρωξη
Κάτι δαιμονικό μα που να πιάνεται
σαν σε δίχτυ στο σχήμα
του Αρχαγγέλου
Τιμή στον Γιάννη Τσαρούχη
που μας δίδαξε και τη Γη και τον Ουρανό
μ` ευγνωμοσύνη.
Πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο το 1940. Ταξιδέψε πολύ. Όταν επρόκειτο να ταξιδέψει, ο Τσαρούχης, πάντα κυριευόταν από άγχος. Είχε θαυμαστή και διεθνή καριέρα, μαζί με την γνώση πως κάτι το αυθεντικά πνευματικά Ελληνικό είναι ταυτόχρονα και παγκόσμιο. Μύστης. Από το 1981 δημιούργησε το ίδρυμα Τσαρούχη στο σπίτι του στο Μαρούσι.
Η σοφία του Τσαρούχη δεν είναι θεωρητική, αλλά σωματική. Είναι υποκειμενικά αντικειμενική. Ανακαλύπτει τα στοιχεία ενότητας του ελληνικού πολιτισμού απ’ την αρχαιότητα ως τις μέρες μας, και την βιώνει και την πραγματώνει στο έργο του με μια μοναδική, φυσική παραστατικότητα που παίρνει πανανθρώπινη σημασία και αξία – κάτι που ήταν και μένει η ουσία του ελληνισμού. «Μια Ελληνικότητα που δεν την σκεπτόμαστε ποτέ έχει αξία. Είναι σαν την ομορφιά η Ελληνικότητα. Δεν προετοιμάζεται στον καθρέπτη».
 
Ο Τσαρούχης όλα τα προσεγγίζει και τα εγγίζει με τον έρωτα, κι όλα μέσα στο έργο του, σε κάθε έργο του, αποπνέουν το κάλλος και το βάσανο του έρωτα, ως την αισθητική του ευδαίμονη μελαγχολία και πιο πέρα κάποτε, ως την οξεία μα και χαμογελαστά συμπονετική γενική αυτοειρωνεία. Κι αυτό είναι ακόμη ένα στοιχείο που τον φέρνει κοντά στον Ευριπίδη(Βαγγέλης Στεργιόπουλος)
Το τελευταίο έργο του Γιάννη Τσαρούχη ήταν στο θέατρο REX όπου ο σπουδαίος καλλιτέχνης ανέβαινε σε μια σκαλωσιά αρκετών μέτρων προκειμένου να φιλοτεχνήσει το έργο του, μια οροφογραφία. Η αμάραντη εικαστική και πνευματική προσφοράς του καθρεφτίζει την νεοελληνική πραγματικότητα. Ο Οδυσσέας Ελύτης μας έδωσε τον τελεσίδικο χαρακτηρισμό του Τσαρούχη: «Ένας επαναστάτης δε γίνεται νάναι συνάμα και κλασικός, αλλά με τον Τσαρούχη γίνεται. Την ημέρα που ο ζωγράφος αυτός ετόλμησε ν’ αναζητήσει τον Ερμή όχι στο όρος Όλυμπος αλλά στο καφενείον Ο Όλυμπος, ένας μύθος κατέβηκε απ’ τα βιβλία στη ζωή, ενώ το μάτι του καλλιτέχνη υποχρεώθηκε ν’ ατενίσει αλλιώς τον κόσμο».
 
Αντώνης Μιτζέλος 20/07/2025