Ο 37χρονος μαζί με την παθούσα πρώην σύντροφο του, ήταν ζευγάρι και μαζί είχαν αποκτήσει τρία παιδιά, τα οποία όμως δεν τα έχει αναγνωρίσει ο κατηγορούμενος. Στις 21 Μαΐου και κατά τη μία τα ξημερώματα, ο κατηγορούμενος πήγε να δώσει χρήματα στην παθούσα. Εκεί τα πράγματα οξύνθηκαν και ο 37χρονος απείλησε την παθούσα ότι θα βάλει μπράβους να της κάνουν κακό. Η γυναίκα αισθάνθηκε φόβο και απειλή και έκανε καταγγελία στο Αστυνομικό Τμήμα.
Στο δικαστήριο
Μάρτυρας υπεράσπισης κατέθεσε πως έπεσε από τα σύννεφα όταν άκουσε για την κατηγορία που βάρυνε τον κατηγορούμενο, μάλιστα δήλωσε πως πήγε να βάλει τα γέλια, καθώς δεν μπορούσε να φανταστεί τον κατηγορούμενο να έχει αυτή την επιθετική συμπεριφορά. Κατέθεσε πως στο παρελθόν είχε συμβουλέψει τον 37χρονο να βάζει τα χρήματα σε τραπεζικό λογαριασμό για να μπορεί να αποδείξει ότι δίνει διατροφή για τα παιδιά του. Συνεχίζοντας υποστήριξε πως η παθούσα χρησιμοποιούσε τα παιδιά ως μοχλό πίεσης απέναντι στον κατηγορούμενο.
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι δεν έχει αναγνωρίσει ακόμη τα παιδιά του καθώς δεν διαθέτει χρόνο γιατί δουλεύει συνέχεια αλλά ούτε την οικονομική άνεση για να μπορέσει να πάει σε κάποιον συμβολαιογράφο. Κατέθεσε ότι μάλωσαν καθώς εκείνος πήγε να της δώσει χρήματα για τα παιδιά και την παρότρυνε να μην τα χαλάσει σε κάποιο τσιπουράδικο καθώς γιόρταζε την επόμενη μέρα αλλά να δώσει τα χρήματα σε πράγματα που χρειάζονται τα παιδιά. Εκείνη, σύμφωνα με τον 37χρονο του απάντησε ότι “θα τα κάνει ότι γουστάρει“. Υποστήριξε ότι η πρώην σύντροφος του είχε θέσει όρους για να τον αφήσει να αναγνωρίσει τα παιδιά όπως πως εκείνη θα έχει την επιμέλεια, εκείνη θα ορίσει το ποσό της διατροφής που θα δίνει καθώς και εκείνη θα είχε τον τελευταίο λόγο στην ονοματοδοσία των παιδιών. Για την κατηγορία της απειλής δήλωσε πως διακονεί τα πρωινά σε εκκλησία πριν πάει στην δουλειά του και δεν γνωρίζει μπράβους και άτομα τις νύχτας. Τέλος κατέθεσε πως στις αρχές του 2024 ήταν να παντρευτούν, εκείνος είχε πληρώσει για όλες τις υποχρεώσεις του γάμου αλλά μια εβδομάδα πριν τον γάμο, εκείνη άλλαξε γνώμη και το μετάνιωσε.
Η Εισαγγελέας της έδρας θεώρησε ότι η φερόμενη ως παθούσα όντως βίωσε το αίσθημα του φόβου και τις απειλής σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας και πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο και τον καταδίκασε σε 7 μήνες με τριετή αναστολή και δικαίωμα έφεσης καθώς και του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του προτέρου σύννομου βίου.
ΜΑΡΙΑΡΕΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΥ / thenewspaper.gr