Τα ψάρια αυτά, των τροπικών θαλασσών, ανήκουν στο γένος Πτερόεις (Pterois), της οικογένειας των Σκορπαινίδων και μέχρι στιγμής, έχουν αναγνωριστεί και ταξινομηθεί δώδεκα είδη του γένους αυτού.
Το νεόφερτο τροπικό λεοντόψαρο Pterois miles, κατάγεται από τον Ινδικό Ωκεανό και μπήκε στη Μεσόγειο το 1991 μέσω του Σουέζ. Το ψάρι αυτό ξεκίνησε από την Ινδονησία και Σουμάτρα και μέσω του Ινδικού απλώθηκε στον Περσικό Κόλπο, στη Νότια Αφρική και στην Ερυθρά Θάλασσα. Το 2010 εμφανίστηκε στη Κύπρο και το 2012 στο Φαληράκι, την Ακαντιά και τη Λίνδο της Ρόδου. Από εκεί πήγε στην Κάσο, στη Γαύδο και το 2015 στη Κρήτη. Ανέβηκε στα Κύθηρα, Πελοπόννησο, Ιόνιο και Αιγαίο. Το 2019, εντοπίστηκε στη Σύρο, Πάρο, Νάξο, το 2020 στα λιμανάκια της Βουλιαγμένης και το 2021 στην Αίγινα. Από το 2022 το βρίσκουμε και στην Χαλκιδική και στις Θρακικές ακτές. Παντού δηλαδή υπάρχει.
Δυστυχώς, οι παρατηρήσεις των ειδικών μας δείχνουν μια γρήγορη εξάπλωση στην Ανατολική Μεσόγειο και γι’ αυτό το έχουν κατατάξει μεταξύ των χωρο-κατακτητικών εισβολέων, που μαζί με άλλα είδη εισβολέων τα ονομάζουν «Λεσεψιανούς μετανάστες». Να αναφέρουμε πως έτσι ονομάζονται οι θαλάσσιοι οργανισμοί που έρχονται από την Ερυθρά θάλασσα μέσω της διώρυγας του Σουέζ στη Μεσόγειο όπως τα λαγοκέφαλα, οι γερμανοί, οι αγριόσαλπες και άλλοι πολλοί. Οι επιστήμονες αναφέρονται σε 240 περίπου νέα είδη θαλάσσιων οργανισμών.
Μία από τις βασικές συνέπειες της αύξησης της θερμοκρασίας της επιφάνειας της θάλασσας της Μεσογείου είναι αυτή η είσοδος των ξενικών ειδών από την Ερυθρά Θάλασσα διαταράσσοντας και επηρεάζοντας ουσιαστικά όλο το οικοσύστημα.
Μέχρι πρότινος τα είδη που ζούσαν στην Ερυθρά αν με κάποιο τρόπο μεταφέρονταν στη Μεσόγειο δεν θα μπορούσαν να ζήσουν γιατί το περιβάλλον ήταν πιο κρύο από το σύνηθες περιβάλλον που έχουν φτιαχτεί αυτά τα ζώα για να επιβιώνουν. Όμως με την άνοδο της θερμοκρασίας τα τελευταία χρόνια, θαλάσσια είδη περνάνε από την Ερυθρά στη Μεσόγειο και βρίσκουν περιβάλλον που μπορούν να αναπτυχθούν.
Το πιο κλασικό παράδειγμα είναι το λεοντόψαρο και ο λαγοκέφαλος, όπως επίσης και κάποια είδη αχινών καθώς και ο σαρδελόγαυρος.