SKIATHOS Ο καιρός σήμερα

Μία καλοκαιρινή «Παπαδιαμάντικη» αφήγηση από το 1994 – Σύντομος επίσκεψις εις νήσον Σκιάθον

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΑΡΤΑΠΑΝΗ, Μέλους της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών 2024-08-13 21:19:38
Μία καλοκαιρινή «Παπαδιαμάντικη» αφήγηση από το 1994 – Σύντομος επίσκεψις εις νήσον Σκιάθον

 

Στα 1991 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κέδρος ένα βιβλίο με τίτλο: «Με τον τρόπο του Παπαδιαμάντη- Ένα ανθολόγιο αφηγημάτων», και φιλολογική επιμέλεια του κορυφαίου μελετητή του Παπαδιαμάντη, Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου. Σ’ αυτό εμπεριέχονται δεκαοχτώ κείμενα, γραμμένα από περισσότερο ή λιγότερο γνωστούς συγγραφείς, παλιότερους ή σύγχρονους, σε παπαδιαμαντική γλώσσα, όπως άλλωστε δηλώνεται και στον τίτλο. Πρόκειται δηλαδή για απόπειρες συγγραφής στο ύφος, τη γλώσσα και τη θεματολογία ακόμη του σκιαθίτη διηγηματογράφου, κάτι που αν μη τί άλλο καταδεικνύει την επιρροή και την επίδρασή του στη συγγραφική οικογένεια. Ανάμεσα στους λογοτέχνες που επιχειρούν παπαδιαμαντική γλωσσική και υφολογική προσέγγιση, περιλαμβάνονται σπουδαία ονόματα όπως ο Κ. Βάρναλης, ο Μ. Καραγάτσης, ο Ναπ. Λαπαθιώτης κ.α.

Τα κείμενα αυτά έδωσαν και στον γράφοντα τα έναυσμα για μια ανάλογη προσπάθεια, κάτι που ολοκληρώθηκε- σε πρώτη φάση- στα 1995, με την καταγραφή σε παπαδιαμαντικό (;) λόγο μιας ημερήσιας εκδρομής στη Σκιάθο, το Καλοκαίρι του 1994- τριάντα χρόνια πριν. Το χειρόγραφο παρέμενε, έως πρόσφατα, λησμονημένο μαζί με άλλο χαρτομάνι στα συρτάρια κι επανήλθε στο προσκήνιο κατά το ξεκαθάρισμα προσωπικού αρχειακού υλικού. Το αφήγημα ξαναγράφτηκε, διορθώθηκε κι εμπλουτίστηκε με παπαδιαμαντικά στοιχεία στις αρχές του 2024, με επανέλεγχο της γλώσσας και του ύφους. Επιπλέον παραδόθηκε στον καλό μου καθηγητή κ. Γιάννη Πατρίκο, φιλόλογο εγνωσμένου κύρους, προκειμένου να επιτελέσει φιλολογική επιμέλεια μαζί με τις απαραίτητες- και βέβαια καλοδεχούμενες- διορθώσεις και επισημάνσεις, γραμματικές και συντακτικές όσο και παπαδιαμαντικές, ώστε το κείμενο να προσεγγίζει από κάθε άποψη- από ικανή απόσταση εννοείται- το ακριβό πρότυπο.

Η ταπεινή απόπειρα παπαδιαμαντικής γραφής παρατίθεται στη συνέχεια με φόβο Θεού και… Παπαδιαμάντη!

Συνεπεία πόθου διακαούς απεφασίσθη επίσκεψις εις την νήσον Σκίαθον, κατά το θέρος του παρελθόντος ενιαυτού, έπειτα από απουσίαν ικανών ετών. Απεβιβάσθημεν εις τον δυτικομεσημβρινόν λιμένα της πολίχνης, διεκπεραιωθέντες εκ του Πλατανιά, επιβαίνοντες επί πετρελαιοκινήτου πλοιαρίου, εκτελούντος κατά τους θερινούς μήνας τον- άλλοτε επικερδή- περιηγητικόν πλουν. Διότι η δρομολόγησις εις την ιδίαν πορθμιακήν ζεύξιν και άλλων ταχυπλόων σκάφων, δελφινιών καλουμένων, περιόρισεν εις το ελάχιστον την προτίμησιν των επιβατών δια τα παραδοσιακά γραφικά πλεούμενα.

Η παραμονή μας εις την πρωτεύουσαν της νήσου θα ήτο λίαν βραχεία- ολίγαι ώραι μόνον- αφού η εκδρομή μας δεν υπερέβαινε τα χρονικά όρια ενός ημερησίου ταξειδίου, του οποίου το δεύτερον ήμισυ θα συνεπληρούτο εις την θαυμασίαν παραλίαν των Κουκουναριών δια την λήψιν θαλασσίου λουτρού. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, επεβάλλετο βιαστική και άκρως επιλεκτική περιήγησις εις τα αξιοθέατα και τα ιστορικά μνημεία της άλλοτε γραφικής πολίχνης.

Διερχόμενοι την προκυμαίαν του δυτικομεσημβρινού λιμένος, ένθα και απεβιβάσθημεν, προς δυσμάς και υπεράνω των παραλιακών μαγαζείων, εξαπλούται η έχουσα πανοραμικήν προς το πέλαγος θέαν, συνοικία «Λιμνιά», γνωστοτάτη εκ των εξόχων περιγράφων του Παπαδιαμάντη και του Μωραϊτίδη, με τας οικίας εγγύς του κρημνού και υπεράνω των εις τας απορρώγας ακτάς μετά ρόχθου θραυομένων κυμάτων. Αυθορμήτως ανεμνήσθην ότι εις την συνοικίαν ταύτην έκειτο «Της Κοκκώνας το σπίτι» το περιγραφόμενον εις το ομώνυμον και εκ των πλέον γνωστών διήγημα του κυρ. Αλέξανδρου, ενώ επιστέφει τας οικίας ο ναός της Παναγίας της Λιμνιάς. Εγγύτερον και ελάχιστα υπεράνω του λιμένος υψούται ο Μητροπολιτικός ναός της Σκιάθου, Τρεις Ιεράρχαι, περιβαλλόμενος υπό πλήθους καταστημάτων πωλούντων είδη εκδρομικών περιηγήσεων και ετέρων καλουμένων ξενιστί «παμπ», παρεχόντων εφήμερον διασκέδασιν. Η άναρχος δόμησις και η αλλοίωσις των άλλοτε γραφικών, στενών δρομίσκων με προσθήκας ακαλαισθήτου νεωτερισμού, βεβαίως θα προεκάλουν τον τριγμόν των οστών του παπ’ Αδαμαντίου, πατρός του κυρ- Αλέξανδρου, όστις επί δεκαετίας ιερούργει εις τον μητροπολιτικόν ναόν της πολίχνης. Τα πωλούμενα δε κρεμόμενα ορμαθοί επί θυρών και τοίχων γύρωθεν της περιηγήσεως και εκδρομών είδη, χαρακτηρίζονται ευσχήμως ως «λαϊκή τέχνη» διακρίνονται όμως δια την προχειρότητα και την έκδηλον ακαλαισθησίαν την αποκαλουμένην νεολογικώς «κιτς»!

Περιδιαβαίνοντες, εν συνεχεία, την γραφικήν χερσόνησον του Μπούρτζι, ήτις ως τεραστία και ογκώδης γλώσσα εισβάλλει εις την θάλασσαν, παρατηρούμεν ετέρας ασχημίας και εικόνας καθημερινάς τας οποίας αναμφιβόλως θα κατεκεραύνωνεν και αυτός ο Παπαδιαμάντης, εάν ήτο παρών και μετά βεβαιότητος υποψιαζόμεθα ότι το αυτό πράττει και νυν ουρανόθεν. Εν τμήμα, το εστραμμένον προς το πέλαγος, έχει διαμορφωθεί εις ποτοπωλείον, μη εναρμονιζόμενον ουδόλως προς το φυσικόν κάλλος και την ιστορίαν της νήσου. Εις την υπόλοιπον έκτασιν και υπό την δροσεράν σκιάν των πιτύων ημέτεροι και αλλοδάποι περιηγηταί υπνώττουσιν ελαφρώς ή γεύονται διάφορα αμφιβόλου ποιότητος εδέσματα εκ των αναριθμήτων της παραλίας καταστημάτων- ταχυφαγείων καλουμένων ή βαρβαριστί «φαστ-φούντ»- αφήνοντες τα υπολείμματα οπουδήποτε, αδιαφορούντες δια την ρύπανσιν του περιβάλλοντος. Και ναι μεν οι ημέτεροι επιδιώκωσι απαρεγκλίτως να τηρώσι τα ελαττώματα της φυλής μας. Αλλά και οι αλλοδαποί; Ίσως επεθύμουν να μιμούνται τους εντοπίους και τελικώς ο φιλοξενούμενος, ο μουσαφίρης έχει πάντα δίκαιον!

Κάτω δε εις τον βραχώδη αιγιαλόν πλήθος λουομένων απολαμβάνει το δροσερόν της θαλάσσης ύδωρ, ενώ αρκεταί κολυμβήτριαι έχουσιν… απωλέσει το άνω κάλυμμα της κολυμβητικής των περιβολής, προβάλλουσαι ούτω εις τους παρεπιδημούντας οφθαλμολάγνους τα αμφιβόλου κάλλους… προσόντα των. Αλλοίμονο… ουδεμία σχέσις με την «εύγραμμον», «αιθέριον» και αγνήν, Μοσχούλαν! Μοναδικόν ευχάριστον γεγονός εις τον χώρον αι εργασίαι συντηρήσεως και αναπαλαιώσεως του παλαιού δημοτικού σχολείου, όπερ μέλλει να διαμορφωθεί εις πολιτιστικόν κέντρον.

Αι καφετέριαι της ανατολικομεσημβρινής προκυμαίας, ήδη έχουν πληρωθεί υπό περιηγητών κι επισκεπτών, οίτινες απολαμβάνουσι κάτωθεν των ποικιλοχρώμων προπετασμάτων, τον πρωινόν τους φραπέν- ο Θεός να τον κάνει πρωινόν, διότι ευρισκόμεθα ολίγον προ της μεσημβρίας! Αποτελεί κανόνα πλέον η πόσις του καφέ, ως προοίμιον της επακολουθούσης μεταβάσεως δια θαλάσσιον λουτρόν. Διακρίνει δε τις εις ταύτην την κοσμοπλημύραν διαφόρους φυλάς και εθνικότητας- «κάθε καρυδιάς καρύδι» κατά το κοινώς λεγόμενον. Σχεδόν ημίγυμνοι άνδρες και γυναίκες με υποτυπώδη ενδύματα μόλις καλύπτοντα τα απολύτως απαραίτητα. Εάν δε ενεφανίζοντο εκεί ο παπ- Αδαμάντιος ή ο παπα- Φραγκούλης ο Σακελλάριος έμελλον εκδιώξει άπαντας βιαίως, κρατούντες φραγγέλιον, εκ της πολίχνης. Οποία μεταβολή, θα ανελογίζοντο, επήλθεν εις την παραδοσιακήν και θρησκευομένην Σκίαθον!

Μεταβαίνομεν ακολούθως εις την οικίαν ένθα έζησεν αλλά και αφήκεν την τελευταία του πνοήν ο κυρ- Αλέξανδρος. Έστω και μετά παρέλευσιν χρόνου διωρθώθη η λανθασμένη επιγραφή η αναφέρουσα και την γέννησίν του εις την οικίαν ταύτην. Οφείλομεν όπως ομολογήσωμεν ότι το εν λόγω ιστορικόν οίκημα, συντηρούμενον υπό του Δήμου Σκιάθου, ευρίσκεται εις εξαίρετον κατάστασιν μετατραπέν πλέον εις πραγματικόν μουσείον του Αγίου των νεοελληνικών γραμμάτων. Διαβαίνομεν δι’ ακόμη μίαν φοράν την είσοδόν του και περιφερόμεθα εις το εσωτερικόν της οικίας. Παντού ενθυμήματα της εκεί διαβιώσεως- ότε ευρίσκετο εις την «γενέθλιον νήσον»- του κορυφαίου ημών διηγηματογράφου. Περισσότερον όμως συγκινεί η χθαμαλή παρά την εστίαν κλίνη, εις ην αφήκε την τελευταίαν του πνοήν ο Παπαδιαμάντης εκείνην την λίαν ψυχράν μεταμεσονύκτιον ώραν της 3ης Ιανουαρίου του 1911, ένεκεν ινφλουέτζας, όπως αναγράφεται εις το ανηρτημένο άνωθεν πιστοποιητικόν του θανάτου του. Αν και είχαμε κατ’ επανάληψιν επισκευθεί την οικίαν, η επανάληψις εκλαμβάνεται ως νέα, ιδιαιτέρας συγκινητικής φορτίσεως, εμπειρία. Ίσως εκεί ευρίσκεται και το μοναδικόν σημείον της πολίχνης όπερ ενθυμίζει άνευ αλλοτριώσεων την γνησίαν Σκίαθον του Παπαδιαμάντη.

Περιεφερόμεθα ασκόπως κατά τον υπόλοιπον χρόνον μας εις τας γραφικάς στενωπούς τας βριθούσας υπό καταστημάτων εστίασης έως και πωλήσεως φωτογραφικών, τουριστικών αναμνηστικών, ένθα εις τον βωμόν του ευκόλου κέρδους θυσιάζεται πάσα λεπτότης και παραδοσιακή λεπτομέρεια. Η πλημμυρίς των περιηγητών διέρχεται πανταχόθεν ως κουστωδία αλλόκοτος πραγματοποιούσα πομπήν θρασείαν και υπέροφρυν εν ονόματι του τουρισμού και της δήθεν προόδου. Αναγκαστικώς καταφεύγομεν και ημείς υπό τον ίσκιον αλεξηλίου προπετάσματος καφετερίας τινός, όπως δροσιστώμεν με δροσερόν τινα χυμόν. Διότι ο θερινός καύσων καθίσταται εξοντωτικός κατά τας μεσημβρινάς ώρας. Σκέψεις ανάλογοι των παραστάσεων κυριεύουν τον νουν ημών και μας εξωθούν όπως μορμυρίσωμεν σχεδόν ενδομύχως:

«Πού είσαι μπαρμπ’ Αλέξανδρε να δεις

πώς έγινε η Σκιάθος

την έπνιξε ο τουρισμός

-ένα μεγάλο λαθός!…»

Ας αφήσωμεν όμως και τον κυρ- Αλέξανδρον εις την ουρανίαν αυτού γαλήνην διότι ασφαλώς εκείθεν εξ’ ύψους ατενίζει θλιβόμενος πάσαν ταύτην την οικτράν αλλοτρίωσιν. Όμως ο κόσμος ενταύθα «κάμνει τη δουλειά του» κι εάν προοδεύει ή οπισθοδρομεί, ο καιρός θα το δείξει. Και ημείς, εφήμεροι επισκέπται, οδεύομεν προς το μικρόν πλοιάριον, δι ου πλεύσομεν εις την τουριστικωτάτην, βρίθουσαν επισκεπτών, περίφημην αμμώδη πλαζ των Κουκουναριών. (1995-2024).