Νησιά ανοχύρωτα απέναντι στον κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα της υποστελέχωσης της Πυροσβεστικής ή ακόμη και την πλήρη ανυπαρξία κλιμακίου. Σε μια αντιπυρική περίοδο, μάλιστα, που έχει χαρακτηριστεί από τις πλέον δυσκολότερες εξαιτίας του άνυδρου και ζεστού χειμώνα.
Η πρόσφατη φωτιά στη Σέριφο, στα τέλη του περασμένου μήνα, άφησε πίσω της καμένες εκτάσεις, ενώ το πύρινο μέτωπο των περίπου 15 χιλιομέτρων έκαψε σπίτια, αποθήκες, εκκλησίες, ενώ σοβαρές ζημιές υπέστησαν τα δίκτυα του νερού. Τη μάχη με τις φλόγες έδιναν από τις πρώτες κιόλας στιγμές οι δύο πυροσβέστες και οι δύο εποχικοί, η εθελοντική ομάδα πολιτικής προστασίας του δήμου, καθώς και η νεολαία του νησιού που έσπευσε να βοηθήσει.
Οπως εξηγεί στο «Βήμα» ο δήμαρχος του νησιού Κωνσταντίνος Ρεβίνθης, ύστερα από ώρες ήρθε μια πρώτη βοήθεια από τη Σύρο και αργότερα μια πιο μεγάλη από τον Πειραιά.
«Δεν ξέρω αν είναι εφικτό να υπάρχει σε κάθε νησί μόνιμα μεγάλος αριθμός πυροσβεστών. Εάν το κράτος μπορεί, θα πρέπει όμως να το κάνει καθώς στα νησιά η έννοια της άμεσης επέμβασης χάνεται».
Ούτε ένας πυροσβέστης
Πολύ πιο δύσκολα είναι τα πράγματα στην Αστυπάλαια, όπου πάνω στο νησί δεν υπάρχει ούτε ένας πυροσβέστης, ενώ δεν υπάρχει καν οργανική θέση για πυροσβεστικό κλιμάκιο. Η πυροσβεστική κάλυψη του νησιού γίνεται από τον Σύνδεσμο Εθελοντών Πολιτικής Προστασίας, που αριθμεί 10 εθελοντές και έχουν ένα πυροσβεστικό όχημα.
«Αυτό σημαίνει πως στην περίπτωση που ξεσπάσει πυρκαγιά, αυτοί που θα τρέξουν είναι οι εθελοντές και η υδροφόρα του δήμου. Κανένας πυροσβέστης, κανένα πυροσβεστικό κλιμάκιο. Και για να έρθει βοήθεια, θα χρειαστούν τουλάχιστον τρεις ώρες, όση είναι η απόσταση που χωρίζει την Αστυπάλαια με τα γειτονικά νησιά που έχουν κλιμάκιο της Πυροσβεστικής και μόνο στην περίπτωση που υπάρχει ακτοπλοϊκή σύνδεση. Διαφορετικά, μετά από 10 ώρες θα μπορούσε να φτάσει πεζοπόρο τμήμα με οχήματα» καταγγέλλει ο δήμαρχος Αστυπάλαιας Νίκος Κομηνέας.
Την ίδια στιγμή, δεν υπάρχουν άνθρωποι πάνω στο νησί που να γνωρίζουν πώς θα πρέπει να δράσουν σε αντίστοιχες καταστάσεις.
«Και όταν έκανα αίτημα, προκειμένου να δημιουργηθεί πυροσβεστικό κλιμάκιο, έλαβα την απάντηση ότι θα πρέπει να βρω χώρο να μένουν τα μέλη του κλιμακίου. Ενας δήμος δεν μπορεί να υποκαθιστά το κράτος, να χρηματοδοτεί ουσιαστικά τους δασκάλους, τους γιατρούς και τα σώματα ασφαλείας για να έρθουν στο νησί».
Η αγωνία όταν ανεβαίνει ο δείκτης επικινδυνότητας
Ακόμη και νησιά, όμως, που είναι πιο… τυχερά στο κομμάτι της πυροσβεστικής κάλυψης, αισθάνονται ανασφάλεια όταν ο δείκτης επικινδυνότητας ανεβαίνει από το 3 και φτάνει το 4, ακόμη και το 5.
Ποτέ δεν είναι αρκετή για ένα νησί η πυροσβεστική δύναμη που διαθέτει, λέει ο δήμαρχος Ανδρου Θεοδόσης Σουσούδης.
«Πάντα θα χρειάζεται ενίσχυση – ειδικά τώρα που η κλιματική αλλαγή μάς φέρνει αντιμέτωπους με πρωτόγνωρους κινδύνους. Η Ανδρος είναι αλήθεια πως διαθέτει μια καλά οργανωμένη και εξοπλισμένη Πυροσβεστική Υπηρεσία. Επίσης, έχουμε τον Σύλλογο Εθελοντών Δασοπυροσβεστών, από τους καλύτερους στην Ελλάδα. Εχουμε οργανώσει την πολιτική προστασία σαν δήμος, έχοντας χαρτογραφήσει τις ανάγκες και έχοντας κάνει συμβάσεις με ιδιώτες χωματουργούς και κατόχους οχημάτων υδροφόρων».
Αυτό, όπως εξηγεί, φάνηκε στην πρόσφατη, πολύ επικίνδυνη, φωτιά που ξέσπασε σε μια καταπράσινη περιοχή του νησιού, πολύ κοντά σε σπίτια τεσσάρων οικισμών. «Ευτυχώς, η πυρκαγιά ελέγχθηκε γρήγορα και με τις μικρότερες δυνατές ζημιές. Ομως λόγω των μεγάλων χιλιομετρικών αποστάσεων και του φυσικού πλούτου του νησιού μας με άφθονο πράσινο και βλάστηση, η πυροσβεστική μας δύναμη χρειάζεται ενίσχυση».
Η μείωση των δυνάμεων
Με το δάσος στη Σκιάθο να είναι πυκνό και τις περιοχές αρκετά δύσβατες, οι πυροσβεστικές δυνάμεις είναι αναγκαίες. Η δύναμη, ωστόσο, εφέτος – μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά – μειώθηκε στα 20 άτομα. Σε αυτά προστίθενται η εθελοντική ομάδα αλλά και τα εννέα άτομα του εποχικού κλιμακίου στις Κουκουναριές, το οποίο συστάθηκε το 2021 και συνδράμει από Μάιο έως Οκτώβριο.
«Ως δήμος, γνωρίζοντας αυτά τα δεδομένα, έχουμε κάνει μια σειρά κινήσεων για να μπορέσουμε να είμαστε όσο πιο προετοιμασμένοι γίνεται στο ενδεχόμενο πυρκαγιάς. Μόλις πριν από έναν μήνα ολοκληρώσαμε το πιο μεγάλο πρόγραμμα καθαρισμού δασών στο νησί, με τον καθορισμό αντιπυρικών ζωνών μήκους 60 μέτρων, ενώ έχουμε και δεξαμενές σε δύσβατες περιοχές» σημειώνει ο δήμαρχος Σκιάθου Θοδωρής Τζούμας.
Η δύναμη αυτή σε ένα νησί όπως η Σκιάθος είναι ικανή να αντιμετωπίσει τη φωτιά το πρώτο διάστημα.
«Τα εναέρια μέσα είναι αυτά που σώζουν την κατάσταση, καθώς ακόμη και οι ενισχύσεις σε πεζοπόρα τμήματα και μηχανήματα θα κάνουν κάποιες ώρες μέχρι να έρθουν από τον Βόλο. Αυτός είναι και ο λόγος που πρόσφατα κάναμε αίτημα στο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας ζητώντας ένα εναέριο να κάνει βάρδια στο αεροδρόμιό μας, σε μέρες που ο κίνδυνος εκδήλωσης πυρκαγιάς είναι αυξημένος. Ωστόσο, δεν έγινε δεκτό προσώρας, βάσει του επιχειρησιακού σχεδιασμού που είναι σε ισχύ».
Το παράδειγμα της Γαλλίας
Στο μεταξύ, με δεδομένο ότι εφέτος θα είναι ίσως από τις δυσκολότερες αντιπυρικές περιόδους, τίθεται για ακόμη μια φορά το ερώτημα γιατί η Δασική Υπηρεσία, αυτή που γνωρίζει όσο κανένας το δάσος και τα περάσματά του, δεν συμμετέχει στα επιχειρησιακά σχέδια κατάσβεσης.
Υπενθυμίζεται πως το 1998 έγινε μεταφορά των αρμοδιοτήτων στην Πυροσβεστική, με τη Δασική Υπηρεσία να χάνει στην πράξη τόσο τον ρόλο της πρόληψης όσο και αυτόν της επιτήρησης και της φύλαξης των δασών.
Χώρες όπως η Γαλλία, η Κύπρος, η Ρουμανία δίνουν στις δικές τους Δασικές Υπηρεσίες τον πρώτο λόγο στον συντονισμό σε περίπτωση πυρκαγιάς. Είναι χαρακτηριστικό πως στη Γαλλία, όπου υπάρχουν 16 εκατομμύρια εκτάρια δάσους, το Εθνικό Δασικό Γραφείο, η αντίστοιχη Δασική Υπηρεσία, που απασχολεί 9.500 άτομα, έχει τον πρωταρχικό ρόλο στην κατάσβεση και καταπολέμηση των δασικών πυρκαγιών.
Η μέση, δε, έκταση των δασών της Γαλλίας που έχουν καεί ετησίως τα τελευταία 10 χρόνια είναι περίπου 160.000 στρέμματα, ενώ στη χώρα μας, με μόλις 3,3 εκατομμύρια εκτάρια δάσους, ο αριθμός των καμένων στρεμμάτων είναι τουλάχιστον τετραπλάσιος.