Η Αντριέλα από τον Βόλο που κινδύνευσε να καεί: «Ήρθαν να με δουν ‘άκυρα’ άτομα, που δεν κάναμε καν παρέα και δεν το πίστευα»
2024-04-14 09:45:36
Η 22χρονη Αντριέλα από τον Βόλο μιλά για τον Γολγοθά που αντιμετωπίζει μετά το σοκαριστικό ατύχημα που είχε με τη φωτιά από τη σόμπα στο σπίτι της, στη Δράκεια. Ακόμη και ο πατέρας της, ο ήρωάς της όπως λέει και η ίδια, κάηκε στα χέρια στην προσπάθειά του να τη σώσει.
Αμέσως, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Βόλου και στη συνέχεια με ασθενοφόρο διακομίσθηκε στο νοσοκομείο Γεώργιος Γεννηματάς, όπου εφημέρευε. Για ενάμιση μήνα, η 22χρονη που σπούδασε αισθητική, ήταν σε καταστολή.
Όπως εξομολογήθηκε, όταν βγήκε από την καταστολή, ζήτησε συγγνώμη από τους γονείς της για τη στενοχώρια που τους προκάλεσε. Όταν είδε για πρώτη φορά στο πρόσωπό της, ένιωσε πολύ άσχημα.
«Τα περισσότερα τα έχω ξεχάσει. Είχα βγει και γύρισα σπίτι. Έκανε κρύο, δεν είχα προσέξει ότι η σόμπα ήταν λίγο αναμμένη. Πήρα το οινόπνευμα, βάζω το χαρτί, κι έτσι όπως έριξα το οινόπνευμα, η φωτιά γύρισε προς τα εμένα, το μπουκάλι έσκασε στα χέρια μου, στα μαλλιά και στα ρούχα. Θυμάμαι να ουρλιάζω. Η μητέρα μου είχε πάθει σοκ και δεν μπορούσε να κάνει κάτι. Θυμάμαι ότι ξύπνησε ο μπαμπάς μου, με τύλιξε με μία πετσέτα, μου έσκισε ό,τι ρούχα είχαν απομείνει και με έβγαλε έξω. Είχε και τον φόβο μην πιάσει φωτιά και το σπίτι» έλεγε.
Η Αντριέλλα συνεχίζει να δίνει τον αγώνα της αποκατάστασης. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο The Outsiders,οπως αναφέρεται και στο magnesianews για όλα όσα πέρασε, για το δρόμο που έχει να διανύσει ακόμη, αλλά και για εκείνους που την πίκραναν. Όπως έλεγε, αναφερόμενη σε εκείνους που κάποτε θεωρούσε φίλους της “Δεν μπορούσαν να έρθουν να με δουν στο νοσοκομείο”.
Μιλώντας για το περιστατικό που την έκανε να λυγίσει αναφέρει “ήμουν ένα μήνα στην μονάδα, ήρθαν να με δουν «άκυρα» άτομα, που δεν κάναμε καν παρέα και δεν το πίστευα. Δεν ήρθε η παρέα μου. Θυμάμαι τον Σεπτέμβρη που νοσηλεύτηκα, είχε έρθει μια κοπέλα, στο δίπλα κρεβάτι να κάνει χειρουργείο. Το κάνει το πρωί, το βράδυ μαζεύτηκαν δέκα κορίτσια. Όλες οι φίλες της. Και τότε ζήλεψα. Μπορεί να μην είχα κλάψει, όσο έκλαψα εκείνη τη στιγμή. Βγήκα στο μπαλκόνι για να μην με δουν και με πιάνει το κλάμα. Με ρώτησε η μητέρα μου «γιατί κλαις;». Της απαντώ, πως έκανε χειρουργείο η κοπέλα και μαζεύτηκαν όλες οι φίλες της. Τρέχω έξι μήνες και δεν ήρθε κανένας να με δει».