Χειρότερο όμως από τη σφαγή είναι η εμμονή κάποιων «εθνικιστών» ακροδεξιών που υποστηρίζουν πως για ότι έγινε φταίνε οι Έλληνες που έκαναν αντίσταση. Εάν δεν αντιστέκονταν οι Γερμανοί δεν θα έκαναν καμία σφαγή. Λένε ανερυθρίαστα.
Τον Ιούνιο του 1944 οι Γερμανικές δυνάμεις χάνουν σε όλα τα μέτωπα. Συντρίβονται στα ανατολικά ενώ 4 μέρες πριν, στα δυτικά οι σύμμαχοι άρχισαν την αποβίβαση των δυνάμεων τους στη Νορμανδία.
Οι Γερμανοί έψαχναν να απαγκιστρώσουν δυνάμεις από τις κατακτημένες περιοχές για να τις στείλουν στη Νορμανδία για να συνδράμουν στις εκεί μάχες. Από την Ελλάδα, δεν κατάφεραν να απαγκιστρώσουν καμία. Η παρουσία των ανταρτών και οι συνεχείς επιθέσεις τους, τους καθηλώνουν.
Μάλιστα στην περιοχή της Βοιωτίας που βρίσκεται το Δίστομο, δεν δημιουργήθηκαν ποτέ «Τάγματα Ασφαλείας», οι ντόπιοι δηλαδή τσολιάδες που «γερμανοντύθηκαν» και πολεμούσαν στο πλευρό των ναζί απέναντι σε Έλληνες.
10 Ιουνίου 1944
Τα ξημερώματα της 10
ης Ιουνίου του 1944 ο εικοσιεξάχρονος λοχαγός των SS του 2ου λόχου του 1ου τάγματος του 7ου τεθωρακισμένου συντάγματος της αστυνομίας SS, Φριτς Λάουτενμπαχ, έλαβε διαταγή να μετακινήσει το λόχο του από τη Λιβαδειά προς τα χωριά Δίστομο, Στείρι και Κυριάκι. Σκοπός των γερμανών ήταν να εντοπίσουν τους αντάρτες του ΕΛΑΣ που δρούσαν στη δυτική πλευρά του Ελικώνα, και οι οποίοι τους είχαν τσακίσει.
Για να κάνουν τους αντάρτες να βγουν από τις θέσεις τους οι γερμανοί είχαν δημιουργήσει ένα «δόλωμα». Δυο ελληνικά φορτηγά (τα οποία είχαν επιτάξει) προπορεύονταν της κύριας φάλαγγας. Μέσα στα φορτηγά υπήρχαν πάνοπλοι SS ντυμένοι χωρικοί.
Την ίδια στιγμή προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια μέγγενη γύρω από τους αντάρτες και ο 10ος και 11ος λόχος του 3ου τάγματος από την Άμφισσα κατευθύνονταν προς το Δίστομο για να συναντήσουν το 2ο λόχο.
Αντάρτες όμως δεν υπήρχαν πουθενά. Δεν είχαν τσιμπήσει το δόλωμα και δεν είχαν κάνει αισθητή την παρουσία τους. Οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο για να ανασυνταχτούν και εκεί έδωσαν εντολή σε όλους τους κατοίκους να μην απομακρυνθούν μέχρι να επιστρέψουν.
Η μάχη με τον ΕΛΑΣ
Είχαν μάθει ότι ΕΛΑΣίτες βρίσκονταν στο Στείρι, το χωριό που ήταν δίπλα. Ξεκίνησαν άρον άρον για να τους συναντήσουν και να τους εξολοθρεύσουν. Στην περιοχή «Καταβόθρα» όμως, οι αντάρτες είχαν στήσει τη δική τους παγίδα.
Η μάχη ήταν σφοδρή. Ο 11
ος λόχος του 3
ου τάγματος του 34
ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, άρχισε να λιανίζει τους ναζί. Στις 2 το μεσημέρι οι γερμανοί αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Άφησαν πίσω τους 6 με 8 νεκρούς ενώ περισσότεροι από 15 άνδρες των SS τραυματίστηκαν.
Δίστομο
Οι Γερμανοί αφρίζοντας επέστρεψαν στο Δίστομο. Θεώρησαν ότι οι Διστομιώτες ειδοποίησαν τον ΕΛΑΣ και τους έστησε παγίδα. Αποφάσισαν να εκδικηθούν δολοφονώντας αθώους ανθρώπους, βιάζοντας γυναίκες και ξεκοιλιάζοντας μικρά παιδιά.
Η σφαγή άρχισε αμέσως από τον 2
ο λόχο του 8ου Συντάγματος της 4ης Αστυνομικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Γρεναδιέρων των SS. Όποιον έβρισκαν μπροστά τους τον δολοφονούσαν εν ψυχρώ. Άνδρες, γυναίκες, ηλικιωμένους, έγκυες, μικρά παιδιά.
Η μαρτυρία ενός άνδρα που κατάφερε να επιζήσει της σφαγής παριστάνοντας τον νεκρό είναι συγκλονιστική: «Αντίκρισα στη μέση του σπιτιού την αδελφή μου ανάσκελα, γυμνή από τη μέση και κάτω. Το φουστάνι της ήταν γυρισμένο προς τα πάνω και σκέπαζε το σχισμένο και κομματιασμένο στήθος της, το πρόσωπό της ήταν παραμορφωμένο, όλο το σώμα της κατακομματιασμένο. Μα το χειρότερο και φρικαλεότερο θέαμα ήταν, όταν από τη στάση του σώματός της κατάλαβα ότι οι Γερμανοί είχαν βιάσει το άψυχο κορμί της. Δίπλα της βρισκόταν το τεσσάρων μηνών κοριτσάκι της λογχισμένο, με σπασμένο το κεφαλάκι του, και στο στόμα του είχε τη ρώγα του στήθους της μάνας του που είχαν κόψει εκείνοι οι κανίβαλοι. Το άλλο κοριτσάκι της, η 6χρονη Ελένη, βρισκόταν στο κατώφλι του σπιτιού μέσα σε μια λίμνη αίματος με βγαλμένα τα σπλάχνα του. Το είχαν ξεκοιλιάσει με μαχαίρι. Το αγόρι της, ο 3χρονος Γιάννης, το βρήκα νεκρό στην αυλή με λιωμένο κεφάλι».
Το μακελειό σταμάτησε μόνον όταν νύχτωσε και οι ναζί φοβούμενοι αντεκδίκηση του ΕΛΑΣ, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη Λιβαδειά. Πρώτα έκαψαν όλα τα σπίτια του χωριού. Πριν απομακρυνθούν από το χαροκαμένο χωριό, κρέμασαν σε όλα τα δέντρα στον δρόμο, πτώματα αθώων ανθρώπων. Κατά την επιστροφή τους στη βάση τους σκότωναν όποιον άμαχο συναντούσαν στον δρόμο.
Μαρτυρικό χωριό
Οι νεκροί του Διστόμου έφτασαν τους 228. Ήταν 117 γυναίκες και 111 άνδρες. Ανάμεσα τους 53 παιδιά κάτω των 16 ετών. Ο απεσταλμένος του Ερυθρού Σταυρού ο Ελβετός George Wehrly ο οποίος έφτασε στο Δίστομο λίγες ημέρες μετά τη σφαγή μίλησε για 600 νεκρούς.
Η θηριωδία των ναζί στο Δίστομο έγινε αμέσως γνωστή από το ραδιόφωνο του BBC. Οι ναζί δεν προσπάθησαν να την δικαιολογήσουν. Η Γερμανική Διοίκηση της Αθήνας απροκάλυπτα την απέδωσε στους κατοίκους του Διστόμου «οι οποίοι βοήθησαν αντάρτες και δεν συμμορφώθηκαν με τις εντολές του Γερμανικού στρατού».
Έγκλημα πολέμου
Ο λοχαγός των SS Φριτς Λάουτενμπαχ ο άνθρωπος που εκτέλεσε την εντολή για τη σφαγή του Διστόμου, μετά το τέλος της συνέταξε ψευδή αναφορά που ανέφερε ότι οι άνδρες του δέχθηκαν επίθεση «με όλμους, αυτόματα όπλα και τουφέκια από τη μεριά του Διστόμου».
Η αναφορά του Λάουτενμπαχ αμφισβητήθηκε αμέσως καθώς ο πράκτορας της μυστικής υπηρεσίας, o οποίος συνόδευε επίσης το τάγμα, ο Τζορτζ Κοχ υπέβαλλε ξεχωριστή αναφορά κατά την οποία βεβαίωσε ότι το τάγμα στην πραγματικότητα έπεσε σε ενέδρα πολλά μίλια έξω από το Δίστομο.
Επικεφαλής των Γερμανικών Δυνάμεων που έκαναν τη σφαγή ήταν ο διοικητής Χάνς Ζάμπελ ο οποίος έδωσε και την εντολή. Μετά το τέλος του πολέμου ο Ζάμπελ συνελήφθη στη Γαλλία και ύστερα από αίτημα εκδόθηκε στην Ελλάδα και προφυλακίστηκε.
Όμως ο ναζί σφαγέας που έδρασε στη χώρα μας, με κάποιον μυστήριο τρόπο αντί να δικαστεί και να πληρώσει για τα εγκλήματα του, εκδίδεται ξανά πίσω στη (Δυτική) Γερμανία το 1949 με πρόσχημα μια άλλη υπόθεση. Ο Ζάμπελ λίγο καιρό μετά κυκλοφορούσε και πάλι ελεύθερος.
Η ιστορία μιας φωτογραφίας
Μια φωτογραφία – σύμβολο για τη σφαγή του Διστόμου που στοιχειώνει τους πάντες και είναι παντού αναγνωρίσιμη ακόμη και σήμερα είναι εκείνη της νέας γυναίκας με το μαύρο μαντίλι που όρθια με τα χέρια σταυρωμένα θρηνεί.
Ο Ουκρανο – αμερικανός φωτογράφος πολεμικός ανταποκριτής του περιοδικού Life, Ντμίτρι Κεσέλ, τον Οκτώβριο του 1944 πέρασε από το Δίστομο. Φωτογράφισε όσους κατοίκους είχαν επιζήσει οι οποίοι έμεναν μέσα στα καμένα σπίτια τους.
Εκεί συνάντησε την Μαρία Παντσίκα, τη γυναίκα με το μαύρο μαντίλι που θρηνούσε τη δολοφονία των δικών της ανθρώπων. Τη φωτογράφησε την 1
η Νοεμβρίου του 1944 και στις 27 Νοεμβρίου το περιοδικό Life βγήκε με πρωτοσέλιδο τη φωτογραφία της και τίτλο: «Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα».
Κύριο του άρθρο ήταν οι Γερμανικές θηριωδίες στη χώρα μας. Η λεζάντα της φωτογραφίας έγραφε: «Η Μαρία Παντίσκα κλαίει ακόμα, τέσσερις μήνες αφότου οι Γερμανοί σκότωσαν τη μητέρα της σε σφαγή στο ελληνικό χωριό του Διστόμου».
Η Μαρία Παντσίκα πέθανε το 2009, στα 84 της χρόνια.