Ο Αντώνης Μιτζέλος νιώθει ιδιαίτερη, σχεδόν µεταφυσική σύνδεση µε τον συντοπίτη του Αλέξανδρο Παπαδιαµάντη. «Τα σοκάκια που περιγράφει είναι τα ίδια που πατώ κι εγώ. Οι άνθρωποι για τους οποίους γράφει είναι οι πρόγονοί µου» µου λέει. Οι δυο τους κατάφεραν µε κάποιον τρόπο να «συναντηθούν»: πρόσφατα κυκλοφόρησε το σινγκλ «Μνηµούρια», το οποίο βασίζεται στο διήγηµα του κοσµοκαλόγερου των γραµµάτων «Της Κοκκώνας το σπίτι» (ένα παιδικό χριστουγεννιάτικο διήγηµα που δηµοσιεύτηκε το 1893 στην «Ακρόπολη»), το οποίο ερµηνεύει η Στέλλα Βαλάση µε αφηγήτρια την ηθοποιό Ασπασία Τζιτζικάκη. Γι’ αυτό –και για πολλά άλλα– µιλάει στο Documento.
«Μνηµούρια του Φερίκ-κιοΐ κι ολόρθα κυπαρίσσα/ έχασα την αγάπη µου και λαχταρώ περίσσα». Τι σας οδήγησε στη µελοποίηση του συγκεκριµένου δίστιχου από το «Σπίτι της Κοκκώνας»;
Πρόκειται για έναν µεγάλο έρωτα που ήθελα να υµνήσω. Είναι ένα δίστιχο που δεν χρειάζεται κάτι επιπλέον όταν από µόνο του αφηγείται µια ολόκληρη ιστορία. Είναι ό,τι µου έχει εντυπωθεί από την παιδική µου ηλικία. Είχα στενοχωρηθεί όταν το άκουσα. Μέσα σε ένα παιδικό διήγηµα κρύβεται απέραντη λύπη. Η µοίρα δεν µοίρασε τα καλά της. Η υπόθεση διαθέτει πολύ δυνατή ενέργεια και την κουβαλούσα όλα αυτά τα χρόνια. Το διήγηµα του Παπαδιαµάντη βασίζεται σε πραγµατικά γεγονότα. Μιλάει για έναν πλούσιο έµπορο στα µέσα του 1800 που ταξιδεύει στην Πόλη και ερωτεύεται την Κοκκώνα, µια καλλονή κατά τα αγγελικά πρότυπα της εποχής. Αρραβωνιάζονται και για να αντεπεξέλθει στην οµορφιά της χτίζει το κοµψότερο σπίτι στην καλύτερη συνοικία του νησιού, στις Πλάκες. Πλέον υπάρχουν τα ερείπια, απέναντι ακριβώς από το πατρικό µου σπίτι. Ακόµη και σήµερα θεωρείται στοιχειωµένο, δεν περνάει και πολύς κόσµος, παρόλο που το ξόρκισε ο Παπαδιαµάντης µε το διήγηµά του. Πήρε µια δεισιδαιµονική ιστορία και έφερε το φως. Είναι τεράστιος ο µπαγάσας. ∆εν πρόλαβαν λοιπόν να ολοκληρώσουν τον έρωτά τους αφού η Κοκκώνα πέθανε φθισικιά. Το σπίτι έµεινε ατελείωτο κι εκείνου χάθηκαν τα ίχνη.
Το τραγούδι «Μνηµούρια» αποτελεί προποµπό του δίσκου σας που αναµένεται να κυκλοφορήσει – ουσιαστικά µελοποιείτε ολόκληρο το κείµενο του διηγήµατος.
Ο δίσκος είναι δραµατοποιηµένη µελωδική αφήγηση του διηγήµατος. Σέβεται τον λόγο του κυρ-Αλέξανδρου, δεν έχουµε αλλάξει λέξη. Είναι ο αρχαίος ραψωδικός τρόπος ως νέα πρόταση. Βασικά εκπληρώνω το προσωπικό µου όραµα να µελοποιήσω Παπαδιαµάντη. Και ήθελα να γίνει φέτος, καθώς συµπληρώνονται 170 χρόνια από τη γέννηση και 110 από τον θάνατό του. Από 20 χρόνων ήθελα να µελοποιήσω αυτό το διήγηµα, αλλά καλύτερα που το έκανα τώρα γιατί έχω άλλη συνθετική ωριµότητα. Παρόλο που πρόκειται για ένα παιδικό χριστουγεννιάτικο διήγηµα µε δύσκολη γλώσσα, εάν το ακούσεις δεν ξεκολλάς. Οταν είπα στους συνεργάτες µου, οι οποίοι είναι ροκάδες και µάγκες, ότι θα κάνουµε Παπαδιαµάντη προβληµατίστηκαν, αλλά µετά ο ένας µου είπε: «Κύριε Αντώνη, κρυφά το ακούω και µόνος µου». Εξάλλου το έχω κάνει εύληπτο µουσικά – ό,τι µουσική και αν προτιµά κάποιος, θα το ακούσει ευχάριστα. Οφείλουµε να κάνουµε νέες προτάσεις. ∆εν µπορώ να επαναπαυτώ στο «Πόσο σε θέλω».
Μιλάτε για νέες προτάσεις στη µουσική. Κι εδώ πρόκειται για έναν δίσκο σίγουρα όχι ραδιοφωνικό καθώς δεν θα βγάλει επιτυχίες και πρέπει να ακούγεται στο σύνολό του. Το κοινό είναι ανοιχτό σε τέτοιες προτάσεις;
Η αλήθεια είναι ότι γενικώς υπερισχύουν τα σκουπίδια τόσο στη σύνθεση όσο στο θέατρο και στην ποίηση. Είναι ένας ατέλειωτος σκουπιδότοπος, που όµως δεν αποκλείει την ύπαρξη ενός άνθους. Το κοινό εκπαιδεύτηκε τη δεκαετία του ’80 και τώρα εκείνοι που το εκπαίδευσαν µε λανθασµένο τρόπο δρέπουν τις «δάφνες» τους. Ενώ στην Ελλάδα δηµιουργήθηκε πολιτισµός… η αρχαία ελληνική, η βυζαντινή, η παραδοσιακή µουσική. Υπάρχουν ο Παπαδιαµάντης, ο Ελύτης, ο Πίνδαρος, ο Ευριπίδης που το έργο τους είναι ζωντανό σε όλο τον κόσµο. Η λαϊκή µουσική πήρε το ρεµπέτικο που ήταν παρθενογένεση και το µετουσίωσε σε µια νέα µουσική, το εξέλιξε. Μιλάµε για τους λαϊκούς συνθέτες, όπως ο Χιώτης, µε κορυφαίο τον Ζαµπέτα. Στη συνέχεια ήρθαν άνθρωποι που έγραφαν στιχάκια για ηµερολόγιο, έκαναν χαζοτράγουδα σουξέ και επειδή ο κόσµος δεν είχε την κατάλληλη παιδεία, τους θεώρησε µεγάλους. Αλλοίωσαν τη µαγκιόρα ρεµπέτικη και τη δηµοτική µουσική. Οταν πια έγινε βιοµηχανικό προϊόν και άρχισαν να µετράνε τις πωλήσεις των δίσκων, τότε καταστράφηκε ο πολιτισµός.
Τη δεκαετία του ’80 κάνατε µια νέα πρόταση µε τους Τερµίτες.
Ναι, σε µια εποχή που ό,τι δεν είχε µπουζούκι θεωρούνταν µπούρδα, εµείς δηµιουργήσαµε το σύγχρονο ελληνικό τραγούδι. Παράλληλα δεν θέλαµε τον όρο ροκ, γιατί τότε σήµαινε ότι παίζεις στα πάρτι για να βγάλεις κορίτσι. Ηταν µια νέα µουσική, δική µας· ήµασταν λίγο παλιόπαιδα. Μου έχει µείνει η αίσθηση ότι «ναι, ρε φίλε, αγωνιστήκαµε µια πενταετία και κατορθώσαµε να επιβληθούµε». Κάναµε µια µουσική που δεν ήταν χορός, χασάπικα, τσιφτετέλια. ∆εν είχε µπουζούκι αλλά κιθάρες κατά την αρχαιοελληνική δοµή. Κάτι είχε αλλάξει και αυτό είχε φανεί στην πρώτη µεγάλη συναυλία µας στον Λυκαβηττό το 1986, µε 12.000 χιλιάδες κόσµο σε ένα θέατρο 7.000. Αυτή ήταν η επιβεβαίωση ότι πέτυχε η αλλαγή που προτείναµε, ότι υπάρχει κόσµος που αγαπάει το νέο ελληνικό τραγούδι. Ηταν µυθικά όλα αυτά. Χτίστηκε µια νέα γενιά που απέκτησε τη δική της µουσική.
Τι αίσθηση σας έχει αφήσει η διάλυση αυτού του µυθικού –όπως λέτε και λέµε– συγκροτήµατος;
Είµαι στενοχωρηµένος. Επισήµως διαλυθήκαµε γιατί η µουσική µας δεν πουλούσε πια. Μα ο τελευταίος ήταν και ο πιο εµπορικός µας δίσκος. Οτι δεν ερχόταν κόσµος να µας δει. Τη µια µέρα γεµίζεις στάδια και µετά «γεια σου»; Σκέψου εµένα πώς ένιωσα που αφιέρωσα τη ζωή µου από τα 17 µέχρι τα 30 µου χρόνια. Τέλος πάντων, ο καθένας ακολούθησε τον δρόµο του και πήγαµε καλά. Κι εγώ και ο Λαυρέντης και οι υπόλοιποι. Με τον Λαυρέντη δεν χωρίσαµε ποτέ, µείναµε και φίλοι και συνεργάτες. Υπήρχε κάτι µαγικό µεταξύ µας – όταν βάζαµε και οι δυο το χέρι µας έβγαιναν θαυµάσια πράγµατα. Μας λείπει πολύ. Παίρναµε το αµάξι και φεύγαµε, παίζαµε σε µπαράκια στην επαρχία, κάναµε τη ζωή που κάνουν οι κανονικοί µουσικοί, που λέω εγώ. Είναι άδικο που σταµάτησε η εξέλιξη της µουσικής.
Ωστόσο η µετέπειτα πορεία σας ήταν γεµάτη και σας δικαίωσε. Ποιες στιγµές κρατάτε;
Είµαι πολύ ευχαριστηµένος. Με τις ενορχηστρώσεις που έκανα, µε τα τραγούδια που έγραψα. Κρατάω τα πέντε χρόνια µε τις άπειρες συναυλίες µε την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Μετά τους Τερµίτες το τελευταίο που ήθελα ήταν να φανώ. Μπήκα στη θέση του ενορχηστρωτή και του µουσικού. Ηθελα να γυρίσω τον κόσµο και το κάναµε. Υστερα από πέντε χρόνια υπερίσχυσε το µικρόβιο µε τους δικούς µου δίσκους. Στη µεγάλο ταξίδι µου στη Νέα Υόρκη συνεργάστηκα µε το αρχαιότερο jazz fusion συγκρότηµα της Αµερικής, τους Spyro Gyra, το οποίο συνθετικά και παικτικά είναι για εµένα ό,τι καλύτερο έχω κάνει. Το οποίο ήρθε µόνο του. Ο,τι έκανα το έκανα µόνος µου. Είµαι µονοµάχος και όσο πάει. Και ο δίσκος «Φύλακας άγγελος» είναι στις δουλειές µου που ξεχωρίζω συνθετικά. Κλασική µουσική γράφω συνέχεια, χωρίς εµπορικό όφελος, έχω δέκα µε δώδεκα έργα ακυκλοφόρητα. Πάντως η µουσική µου εξέλιξη έχει τις απαρχές της στην αρχαία ελληνική µουσική.
Πώς βιώνετε την πραγµατικότητα που ζούµε;
H νέα τάξη πραγµάτων –που ακούγεται ως συνωµοσία αλλά δεν είναι– είναι ξεκάθαρο πια ότι βρίσκεται απέναντί µας και τη βιώνουµε καθηµερινά. Εγώ, ένας Πειραιώτης γαύρος µε µια µαλλούρα να, στέλνω sms για να βγω έξω και να λέω «yes, master». Θα έρθουν τώρα και οι τουρίστες να κυκλοφορούν ελεύθερα. Ως εδώ και µη παρέκει! Εµείς στο βαθύ κόκκινο και οι τουρίστες στο βαθύ γαλάζιο. Οι µουσικοί είναι σε οριακή κατάσταση. Πώς αφήνεις έναν µουσικό µες στο σπίτι για 12 µήνες, ποιος θα πληρώσει τα δίδακτρα του παιδιού του; Πώς θα φάει ο µπουζουξής; Τα επιδόµατα που δίνει το κράτος είναι αστεία. Είναι ταξικό το θέµα πια. Η άρχουσα τάξη συνεχίζει κανονικά. Είναι ένα παιχνίδι πλούτου. Μοιράστηκε πριν από κάποια χρόνια, αποκτήσαµε όλοι ένα σπίτι και αυτοκίνητο και ξαφνικά ήρθε η κρίση και τώρα η Covid-19, σε λίγο έρχεται και η πράσινη ανάπτυξη να τα διαλύσει όλα. Θα γίνει ανακατανοµή του πλούτου προς τα πάνω ξανά. Οι πλούσιοι ξαναγοράζουν τον πλούτο του µεροκαµατιάρη.
INF0
Το σινγκλ «Μνημούρια» κυκλοφορεί από το Ogdoo Music Group
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Documento στις 18/4/2021